Apr 10, 2006
"Πάμε στη θάλασσα";
«Δεν θα τα καταφέρεις ποτέ», είπε εκείνος. «Απορώ στ’ αλήθεια που πιστεύεις όλες αυτές τις φάσεις με τους εκδότες και τα περιοδικά. Ότι θα γίνεις ξέρω κι εγώ ποια, στέλνοντας κείμενα και περιμένοντας να σου τα εκδώσουν». (Σκάσε γκόμενε, γράφω). «Εμένα μου θυμίζουν σχολικούς διαγωνισμούς, θρανία και βλογιοκομμένους συμμαθητές που θέλουν να κοιτάξουν κάτω απ’ τη φούστα σου. Καλά τι νόμισες; Το ότι θέλεις να διακριθείς δεν σημαίνει τίποτα μωρό μου! Εδώ δεν υπάρχει αξιοκρατία, αλλά καπιταλισμός της πλάκας».
Προσπαθώ να μην του δίνω σημασία και συνεχίζω να σημειώνω στα χαρτιά μου. Όπως μπορεί να καταλάβει ο καθένας από το λογίδριο του, δεν είμαι ο κλασικός τύπος του προφήτη που πρέπει να αναγνωριστεί απ’ όλο τον κόσμο προτού τον παραδεχτούν στον τόπο του. 25 χρονών ρεμάλι, μάλλον άργησα να πάρω απόφαση ότι είμαι αποτυχημένη μουσικός, ερωμένη (με εξαίρεση τον συγκεκριμένο τύπο), συγγραφέας. Τέτοια μου λέει λοιπόν, αυτός ο άντρας και χειρότερα:
«Δεν μιλάς ε; Δεν μιλάς γιατί ξέρεις ότι η κατάσταση επιδεινώνεται έτσι και ανοίξεις το στόμα σου. Από πότε έχεις να μου απευθύνεις κουβέντα, ρε; Όλη τη μέρα κάθεσαι ξάπλα και γράφεις τα ψυχασθενημένα σου κι εγώ έχω καταντήσει μισότρελος με σένα κι όλους τους άλλους που μου κουβαλάς για να μιλήσετε μες τα μαύρα μεσάνυχτα σα να ήσασταν η 17Ν. Αλλά τι να σου πω, που έτσι είστε όλες οι γκόμενες, νομίζετε ότι έχετε όραμα. Στο μεταξύ, το παίζετε και grands seigneurs (σημ. ξέρει και γαλλικά ο δικός σου, αυτό μου άρεσε απ’ την αρχή): «όλο μου τσαμπουνάς κάτι ανώμαλα του στυλ “η ευγενική τέχνη του να αποκτάς εχθρούς” και άλλα τέτοια κουραφέξαλα. Ποια νομίζεις ότι είσαι; Ο Ζαμπούνης; Και τα γούστα σου είναι μακάβρια, δεν το καταλαβαίνεις; Συνεχώς διαβάζεις νεκρούς συγγραφείς και ακούς νεκρούς συνθέτες και μουσικούς».
«Αν δεν μπορείς να νιώσεις το ασήμαντο των σημαντικών πραγμάτων δεν θα καταλάβεις ποτέ τη σημασία του ασήμαντου», του απαντάω για να τον τρελάνω, αλλά δεν το βάζει κάτω:
«Φτου σου, μάτια μου. Άμα καταλάβεις τι σου γίνεται, να μου το πεις κι εμένα, που αισθάνομαι σαν παρεξηγημένος κερατάς. Σιγά μην αφήσω εσένα, την “επιστημονική συγγραφέα” να μου ανοίξεις το δρόμο για τη συστηματικότερη προσέγγιση της μελέτης του υπόκοσμου, απόβρασμα. Που στα τσακίδια ήσουν χτες; Φυσικά εννοώ το βράδι! Που γύριζες με τα CD παραμάσχαλα ρε κάλπικη ελίτ; Συμμετείχες πάλι σε καμία συζήτηση περί πνευματικών παρεξηγήσεων Ανατολής-Δύσης; Και που το ξέχασες το μπλουζάκι σου ρε; Mε περνάς για μαλάκα;»
[Η Άνοιξη είναι εδώ και ο παράδεισος, γεμάτος από ηλίθιους που πιστεύουν ότι υπάρχει].
Σταματάω να γράφω και του λέω με θράσος:
«Λοιπόν; Θα προσπαθήσεις να με κάνεις ευτυχισμένη; Γιατί δεν έχω καθόλου καιρό για χάσιμο».
«Έχω δοκιμάσει τα πάντα μαζί σου», τον πιάνει το παράπονο. «Θυμάσαι, που είχαμε ορκιστεί να τα λέμε όλα μεταξύ μας όταν σε γνώρισα στην Πάντειο σ’ εκείνη την οργάνωση, πως τη έλεγαν να δεις...»
«Έλα που δεν θυμάσαι...»
«...»
«Μ.Ο.Υ.Ν.Ι.».
«Α, ναι, ρε κωλόπαιδο... Μαχητική Οργάνωση Υπεράσπισης Νέων Ιδεών. Μετά βέβαια, άλλαξες. Το ‘ριξες στη διανόηση, στον Peter Hammill, στον David Bowie και τους Cure, ανώμαλη απαισιόδοξη. Τα καλύτερά μου χρόνια έχασα μαζί σου να προσπαθώ να κάνω σεξ με το “παρακαμπτήριο ζευγάρωμα των Κινέζων”, διεστραμμένη. Και τι κατάλαβες; Νομίζεις ότι το σεξ θα σε γλιτώσει απ’ την ψυχασθένεια;» (τα παίρνει στο κρανίο πάλι).
«Κοίτα να δεις, όπως και να ‘χει, δεν υπάρχουν και πολλά που να μπορώ να κάνω για να σώσω τη σχέση μας. Το αντίτιμο τού να ζει κανείς μαζί σου είναι η αναλγησία κι εγώ δεν έχω άλλες αντοχές. Ένα θα σου πω μόνο: Πρόσεξε λιγάκι γιατί σε βλέπω κανένα βράδυ με ανοιγμένο το κεφάλι να αναρωτιέσαι τι δεν πήγε καλά με τα δημοσιοσχετίστικα ρεπορτάζ σου. Παράτα τα. Βρες μια δουλειά σαν όλο τον κόσμο. Δεν θα τα καταφέρεις ποτέ, στο ξαναλέω: βαδίζεις στα τυφλά, στην ανοησία των interviews και στη χυδαιότητα των επαγγελματικών συναντήσεων, ηλίθια. Πως την έχεις δει; Ότι επειδή θα στείλεις ένα άρθρο σε κάποιον που σε πήδηξε, θα μπεις και στην κλίκα; Επειδή σου έδωσαν ένα deadline, νομίζεις ότι σε προσλάβανε κιόλας; Έχεις ένα μήνα να... να μου πεις μια λέξη, να γράψεις μια νότα ή ένα γαμημένο κατάλογο για τα ψώνια και μου θρονιάστηκες τώρα στο χαλί με τον Mahler στη διαπασών να μουτζουρώνεις παλιόχαρτα; Κόφτο που σου μιλάω!»
[Καμιά φορά, νομίζει ότι τσακωνόμαστε για τις ιδέες μας και όχι για τις εμμονές μας - αυτή η ιδέα, μου έχει γίνει εμμονή].
«Πάμε βόλτα;», του λέω.
«Που;» (το ‘ξερα ότι θα το πει αυτό, όλοι τα ίδια λένε).
«Στο φως της παιδικής μας ηλικίας».
«…»
«Πάμε στη θάλασσα. Θα ανέβουμε στη μηχανή, θα μισοκλείσεις τα μάτια και θα νομίζεις ότι βρίσκεσαι σε roller-coaster που κάνει ταξίδι στο χρόνο: σε εποχές που η Πειραϊκή ήταν ακόμη πολύ καθαρή για να τσαλαβουτάς σ’ αυτήν τα ποδαράκια σου ή ακόμα παλιότερα, όταν μπορούσες να μπαρκάρεις σε μια οκτάκωπη τριήρη και να βρεθείς στην Ατλαντίδα».
«Ξέφυγες πάλι, γκόμενα. Έλα στο κρεβάτι και πιο βράδυ πάμε σε κανένα club».
«Ναι, αλλά στη Δήλο».
«Η Δήλος δεν έχε clubs. Είσαι τελείως αγεωγράφητη».
«Δεν πειράζει. Θα φτιάξουμε εμείς το δικό μας με πέτρες, ξύλα και καλάμια. Θα χωράει ακριβώς δυο άτομα και θα παίζει Montepulciano και acid jazz για να ξυπνήσουμε τους νεκρούς».
«Γιατί δεν προσπαθείς μια φορά να μιλήσεις λογικά μαζί μου; Γιατί θα πρέπει πάντα να αποκρυπτογραφώ τα μυαλοστιψίματά σου, γαμώτο; Τι είναι αυτά που μου τσαμπουνάς;»
[Η λογική δίνει στον άνθρωπο αυτό που χρειάζεται. Η μαγεία, του δίνει αυτό που θέλει].
«Τι σημείωσες πάλι εκεί πέρα;», μου λέει επειδή δεν του απάντησα.
«ΟΚ» του λέω. «Βγαίνουμε πιο βράδυ σε κανένα club. Τι λες για το ”Hook” στη Βαρκελώνη; Ο Fabio φτιάχνει την καλύτερη marguerita που έχεις πιει ποτέ».
«Μου έχεις σπάσει τα νεύρα. Δεν είσαι ικανή να αρθρώσεις μια κουβέντα της προκοπής. Σοβαρέψου! Πως θα πάμε στη Βαρκελώνη, μωρή τρελή;»
«Απ’ την Αττική οδό. Σε πάει παντού. Και την πληρώσαμε και μια περιουσία».
«Καλά. Εγώ θα πεταχτώ μέχρι το ”Blues” στην Πανόρμου, για μια sangria, εσύ αν θες, πήγαινε όπου γουστάρεις».
«Είδες τι κάνεις τώρα; Ύστερα, θα παραπονιέσαι που γνώρισα κάποιον άλλο».
«Κόφτο».
[Γιατί ερωτεύονται οι άνθρωποι; Έχει να κάνει με ένα βέλος, αλλά απ’ όσο ξέρω, μετά δεν είναι τόσο οδυνηρό].
Περνούν λίγα λεπτά βαλτώδους σιωπής. Εκείνος διαβάζει μια κυριακάτικη, ξαπλωμένος. Σε μια στιγμή, ανασηκώνεται και μου πετάει: «Η καλοσύνη είναι το καλύτερο αφροδισιακό». Άντε πάλι.
Βαριέμαι να του πω ότι ξέρει πως τον λατρεύω. Ότι ξέρει πως ούτε κι εκείνος θα φύγει από μένα ποτέ.
Του λέω μόνο «έρωτας είναι όταν ο άλλος σε κάνει έξω φρενών κι εσύ δεν βάζεις τις φωνές, για να μην τον κάνεις να κλάψει» και μου απαντάει ότι εκείνος έχει ξεπεράσει προ πολλού αυτή τη φάση. Ότι τώρα πια δεν είναι απλώς ερωτευμένος, ότι τώρα πια «αγαπάει».
«Η αγάπη δεν ζητά τίποτα», του απαντάω. «Εσύ ζητάς. Η αγάπη είναι μια υπέροχη, παράλογη αφοσίωση. Δεν έχεις να περιμένεις τίποτα απ’ την αγάπη».
Βάζω τα κλάματα.
«Αγάπη είναι να δοκιμάζω τον καφέ πριν στον δώσω», μου λέει κι αυτός δακρυσμένος. «Αγάπη είναι να ξυπνάς με γλυκόλογα, να κάνεις έρωτα το απόγευμα σε σκεπάσματα γεμάτα εφημερίδες και περιοδικά και να μη θέλεις να νυχτώσει με τίποτα».
Όπως στέκεται όρθιος, του κάνω μια τάε κβον ντο λαβή που μου έμαθε ο Γιάννης την τελευταία φορά που τον ξυλοφορτώσανε κάτι τσογλάνια (boys!), και τον ξαναρίχνω ρίχνω στο κρεβάτι.
«Όταν αγαπάς, καλό είναι να αποφεύγεις να φιλάς τον άλλο όσο είναι ντυμένος...», του ψιθυρίζω και του βγάζω το αγαπημένο μου καλοκαιρινό του πουκάμισο, «...τουλάχιστον όχι για περισσότερο από λίγες ώρες».
Χασκογελάει αμήχανα, δακρυσμένος.
«Η αγάπη είναι σαν κι εσένα», συνεχίζω, λύνοντάς του τα μαλλιά. «Είναι υπέροχη, αλλά η μοίρα της είναι να γαμηθεί κάποτε».
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
11 comments:
Α, ώστε σας αρέσει ο Mahler. Πολύ ενδιαφέρον -όπως και το κείμενο άλλωστε.
O Γκούσταβ είναι από τους αγαπημένους μου. Ειδικά η 10η (ημιτελής) συμφωνία του - όχι "συμπληρωμένη" , μόνο το Adagio και από την εκτέλεση του Pierre Boulez.
Nα υποθέσω και δικός σας αγαπημένος;
ΥΓ. Μα γιατί ομιλούμε εις τον πληθυντικό; Με κάνετε να αισθάνομαι 700ίων ετών.
Ναι, τυγχάνει και δικός μου αγαπημένος. Βέβαια παλιότερα με εκνεύριζαν κάπως οι σχοινοτενείς του αναπτύξεις, αλλά πλέον τις καταβροχθίζω αδιαμαρτύρητα -και μου φαίνονται και λίγες. Υποψιάζομαι ότι το adagio υπό τον Boulez θα είναι μαγικό, γιατί του πάει του Boulez ο Mahler -είχα ακούσει την 6η υπό τας χείρας του και είχα πάθει ταράκουλο.
ΥΓ. Αποσύρω τον πληθυντικό λοιπόν :)
Δυστυχώς το έχω μόνο σε βινύλιο (και αναρωτιέμαι και που να έχει παραπέσει (!) τρομάρα μου...
Αν το βρεις πάντως, άκουσέ το.
Εγώ πάλι, συμπαθώ πάρα πολύ τα μικρά σύνολα (από Σούμπερτ ή Μότζερτ μέχρι Ντεμπισί) αλλά για κάποιο λόγο οι ενορχηστρώσεις του κυρ Γουσταύου με κερδίζουν (η "Συμφωνία των Χιλίων" όπως φαντάζεσαι είναι η χειρότερή μου...)
Υποθέτω λοιπόν ότι θα σου αρέσει πολύ η 4η του Mahler, η πιο "μοτσάρτια" του -εγώ πάντως τη λατρεύω!
Κι εγώ συμπαθώ τα μικρά σύνολα (μεροληπτώντας σταθερά υπέρ των κουαρτέτων εγχόρδων), αλλά δε λέω όχι και στoν πυρετό ενός βαγκνερικού tutti.
(Νομίζω ξεφύγατε λίγο από το θέμα, αλλά ο πολύ ενδιαφέρων διάλογός σας θα μπορούσε να είναι από μόνος του ένα ξεχωριστό post..!
Η ζυγαριά, αγαπητή Μανταλένα, στη σχέση σας (ή τους εικονικούς ήρωές σας) φαντάζει να είναι σε απόλυτη ισορροπία: παρατηρούμε εδώ, πόσο ιδανικά ταυτίζονται οι απόψεις οι δικές σας και του καλού σας, εν πλήρη αρμονία, καταννόηση και επικοινωνία. (μπουχαχαχα - το'κλεψα, σόρρυ!)
Είναι πολύ όμορφο να πετάς -χωρίς φόβο- , αλλά να μπορείς ν' ακούς και μια φωνή να σου υπενθυμίζει ότι (κάπου-κάπου) πρέπει να φοράς αλεξίπτωτο..
Μεγάλο πράγμα ο έρωτας..
Και ακόμη μεγαλύτερο η αγάπη...
Παρ'όλα αυτά, ο έρωτας που εξελίσσεται σε αγάπη, κάποια στιγμή (αναπόφευκτα) παραμένει μόνον αγάπη. Εκεί, πια, ο καθένας μας κάνει τις επιλογές του.
Ερωτας ή αγάπη; Οποιοι κάνουν την υπέρβαση (πολιτικάντικο είναι αυτό) και feel still in love μετά από καιρό, είναι πραγματικά πολύ τυχεροί (στείλτε στοιχεία, να σας βάλουμε στο Guiness!). Από την άλλη, η αγάπη (επαναλαμβάνομαι, ε;)έχει μια ανεξήγητη δύναμη να σε βοηθά να αντιμετωπίζεις την ίδια τη ζωή.
Οπως και να'χει, there's still hope, όταν μπορείς και προτείνεις στον άλλο "πάμε θάλασσα;"
Σας μπέρδεψα; Κι εγώ (ακόμη) μπερδεμένη είμαι..
(Σας διέκοψα, sorry.. Συνεχίστε mantalena και un certain plume..)
Weirdo
@ certain plume
Έχεις ακούσει ας πούμε τα κουαρτέτα του Vivaldi? Θεϊκά!
Ο Βάγκνερ με τρομάζει - όπως και κάθε Ριχάρδος εδώ που τα λέμε...
@ Weirdo
"πόσο ιδανικά ταυτίζονται οι απόψεις οι δικές σας και του καλού σας, εν πλήρη αρμονία, καταννόηση και επικοινωνία"
ΠΛΑΚΑ κάνεις... και δεν υπάρχει "καλός μου". Όχι πια, τουλάχιστον.
Μου αρέσει χωρίς "αλεξίπτωτο". Ανεξήγητο γιατί. Φαντάζομαι για τον ίδιο λόγο που σε κάποιους αρέσει να κάνουν μπάνιο στη θάλασσα γυμνοί.
Α! Δεν θα έλεγα ποτέ σε κάποιον "πάμε θάλασσα", αλλά "πάμε ΣΤΗΝ θάλασσα". Δεν είμαι ο Τζίμης από τους 10 Μικρους Μήτσους.
Δεν διακόψατε καλέ! Πώς σας ήρθε!
Αα..Ο.Κ.
(πλάκα κάνω, ναι)
Η παράλειψισ του 'στην' δεν ήτο εξ' επί τούτου, απλά μου ξέφυγε (σόρρυ!)
Χωρίς αλεξίπτωτο, moi aussi..
Έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον έτσι (ακόμη κι όταν τρως τα μούτρα σου..)
Γουίρδο (μου άρεσε αυτό)
Νομίζω ότι Vivaldi δεν έχει γράψει κουαρτέτα εγχόρδων.
Πάντως κι εμένα με τρομάζει ο Βάγκνερ, όμως βρίσκω αυτό τον τρόμο ακαταμάχητο!
Έχεις απόλυτο δίκιο, cher Plume. Plume... Μικρότερη πάντως, θυμάμαι δίσκους των γονιών μου όπως Vivaldi - Concerto per quattro viole (όπου viole εννούσαν και τα βιολιά και τα τσέλα και τη βιόλα). Ωστόσο πρόκειται απλώς όπως ανακαλύπτω τώρα για τη σειρά των κονσέρτων του "for 2 violins, cello and strings" (αυτό το "& strings" μπορεί να σημαίνει και οκτέτο (που η αφαιρετική μου αντίληψη και η δεινή ενορχηστρωτική ικανότητα του μάστρο Αντόνιο να μετέτρεψε ηχητικά σε κουαρτέτο...
Θα πρέπει πάντως να μου αναγνωρίσεις ένα ελαφρυντικό (πέρα από το ότι εμείς οι γυναίκες σπάνια έχουμε την προσήλωση που επιδεικνύετε εσείς οι άντρες σε ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ: ο Βιβάλντι εκτός από τις διάσημες 4 εποχές του, έγραψε κι άλλα αριστουργηματα με υπότιτλους όπως "Storm at Sea," "The Hunt" ή "Rapture." Είναι πολύ φυσικό όταν κάποιος έχει συνθέσει γύρω στα 600 κονσέρτα και με διάφορα όργανα κάθε φορά, μια μικρή ανόητη από την Ελλάδα να πιστεύει ότι αυτός έχει γράψει και για κουαρτέτο...
Scuzate mi!
Χαχαχα! Οκ, σε συγχωρώ :P
Post a Comment