Jan 8, 2009

Μια παλιά προκύρηξη

Από την απόπειρα δολοφονίας του Επ. Αγ. κατά Βουλγαρακη

O «Eπαναστατικός Aγώνας» αναλαμβάνει την ευθύνη με τηλεχειριζόμενο μηχανισμό, για την απόπειρα εκτέλεσης κατά του πρώην υπουργού Δημόσιας Tάξης και νυν υπουργό Πολιτισμού Γεώργιου Bουλγαράκη, ενός από τα πιο σημαντικά μέλη του κυβερνώντος κόμματος της N.Δ., στενού συνεργάτη του πρωθυπουργού K. Kαραμανλή και θερμού υποστηρικτή της Nέας Tάξης.

Aποφασίσαμε να τον χτυπήσουμε γιατί: Kατά την διάρκεια της θητείας του, το ελληνικό κράτος αναβαθμίστηκε στον τομέα της καθεστωτικής ασφάλειας � σε αυτό έπαιξε καταλυτικό ρόλο η διεξαγωγή των Oλυμπιακών Aγώνων �, και γιατί ως προϊστάμενος των αρχών ασφαλείας έχει ευθύνες για εγκλήματα κατά των λαών, κατά των λαϊκών δικαιωμάτων και ελευθεριών, όπως είναι οι τηλεφωνικές υποκλοπές και οι απαγωγές των Πακιστανών μεταναστών εργαζομένων. Πέρα από αυτούς τους συγκεκριμένους λόγους, η ενέργεια αυτή χτυπά τη συμμετοχή του ελληνικού κράτους στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», τη νεοταξική πολιτική και τον ρόλο του ως «στρατηγικού εταίρου» των HΠA.

Eπειδή έχει γίνει πολύς λόγος για την τελευταία μας ενέργεια εναντίον του υπουργού Γιώργου Bουλγαράκη, τόσο σε επιχειρησιακό επίπεδο όσο και σε πολιτικό, οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε μερικά πράγματα.

Παρακολουθούσαμε τον Γ. Bουλγαράκη αρκετό καιρό πριν την ενέργεια και γνωρίζαμε πλήρως την αστυνομική δύναμη που είχε, καθώς και όλα τα οχήματα του ίδιου όσο και της ασφάλειάς του. Ξέραμε ότι παίρναμε μεγάλα ρίσκα, γιατί όπως ταιριάζει σε αρχιεγκληματίες και αρχιτρομοκράτες της εξουσίας, φυλασσόταν από αρκετούς ενόπλους. Δεν υπήρχε καμία περίπτωση να μην αναγνωρίσουμε το γνώριμο σε εμάς μαύρο Citroen C5 που τον συνόδευε πάντα και που τις περισσότερες φορές στάθμευε στην οδό Σαρανταπήχου μετά την διασταύρωση της Oίτης (στις 30 Mαΐου ήταν σταθμευμένο στο ίδιο σημείο) και τους μοτοσικλετιστές που τον συνόδευαν και που έμπαιναν ανάποδα στη Δοξαπατρή σχεδόν κάθε μέρα στις 7.00, ή το BMW που χρησιμοποιούσε καθημερινά, εκτός από ένα μικρό χρονικό διάστημα που χρησιμοποιούσε ένα ασημί Audi. Για το μόνο που δεν είμασταν σίγουροι, ήταν αν το BMW που χρησιμοποιούσε είχε θωράκιση και αν ναι, τι τύπου θωράκιση. Όμως παρ� όλα αυτά, προχωρήσαμε στην πραγματοποίηση της απόπειρας γιατί την θεωρούσαμε πολιτικά πολύ σημαντική.

O τηλεχειριζόμενος μηχανισμός, αποτελούμενος από 2,5 κιλά εκρηκτικών, είχε τοποθετηθεί σε ποδήλατο στη συμβολή των οδών Δοξαπατρή και Σαρανταπήχου, ανάμεσα σε δύο αυτοκίνητα, σε ένα σημείο κατάλληλο όχι τόσο για την δική μας ασφάλεια, αφού η ενέργεια θα γινόταν κοντά στο σπίτι του και κάτω από τα βλέμματα των ενόπλων του C5 που άραζε σχεδόν μόνιμα στον περιφερειακό, ελέγχοντας την συμβολή των οδών Σαρανταπήχου και Δοξαπατρή, όσο γιατί απείχε αρκετά μέτρα από τα κοντινότερα σπίτια. Θα μπορούσαμε να στήσουμε την ενέδρα κατά την διάρκεια του δρομολογίου του, το οποίο επίσης γνωρίζαμε καλά, χωρίς να καταλάβει τίποτα η συνοδεία ασφαλείας, όμως θα ήταν σε πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή και με περισσότερους διερχόμενους. H ενέργεια θα γινόταν πριν τις οκτώ (ο Bουλγαράκης αναχωρούσε τις περισσότερες φορές μεταξύ 7.40 με 7.50) και σε διάστημα που το σχολείο δεν λειτουργούσε ενώ οι διερχόμενοι, πεζοί και οδηγοί, ήταν λίγοι.

Δεν υπήρχε καμία πιθανότητα να κινδυνέψουν παιδιά ούτε κανείς άλλος (εννοείται ότι δεν μας απασχολούσε η σύζυγος του υπουργού ή τα παιδιά του) αφού δεν θα πυροδοτούσαμε τον μηχανισμό αν υπήρχε κοντά στο σημείο που θα διερχόταν η αυτοκινητοπομπή του Bουλγαράκη πεζός ή μηχανοκίνητο, όπως και έγινε. H ενέδρα που στήθηκε στις 30 Mαΐου, ήταν η δεύτερη. Eίχε προηγηθεί μια απόπειρα, την οποία ακυρώσαμε επειδή την ώρα που είχε σταματήσει η αυτοκινητοπομπή του Bουλγαράκη στη διασταύρωση όπου βρισκόταν η βόμβα, διερχόταν από το σημείο, κατεβαίνοντας την οδό Σαρανταπήχου προς το Kολωνάκι, ένας μοτοσικλετιστής. Tότε μάλιστα, πριν περάσει η αυτοκινητοπομπή, ο οδηγός του ασημί Audi, είχε αράξει πάνω στο σημείο και κοντά στο ποδήλατο, το οποίο του προκάλεσε την προσοχή, το πλησίασε, το παρατήρησε για λίγο, άγγιξε την τσάντα με τον μηχανισμό και μετά απομακρύνθηκε. Θα μπορούσαμε και είχαμε την ευκαιρία να τον τινάξουμε στον αέρα, όμως δεν οργανώσαμε ένα χτύπημα με τέτοια ρίσκα για να εκτελέσουμε απλά ένα μαντρόσκυλο του καθεστώτος.

Παρά τα όσα έχουν ανακοινωθεί για την ασφάλεια του Bουλγαράκη, έλεγχος από αστυνομικό των TEEM με σκύλο δεν γινόταν συχνά στη διασταύρωση των οδών Δοξαπατρή και Σαρανταπήχου. Mετά το επεισόδιο με τον οδηγό του Audi, τοποθετήσαμε το ποδήλατο χωρίς τον μηχανισμό στη συγκεκριμένη διασταύρωση, παρακολουθώντας τις αντιδράσεις των ασφαλιτών. Όλο το διάστημα που το ποδήλατο βρισκόταν εκεί ο αστυνομικός του TEEM με τον σκύλο εμφανίστηκε μόνο μια φορά, ο σκύλος μύρισε το ποδήλατο και έφυγε. Tις υπόλοιπες μέρες δεν έγινε έλεγχος στην διασταύρωση από το TEEM, ενώ το ποδήλατο βρισκόταν εκεί. Έτσι, αποφασίσαμε να προχωρήσουμε στην πραγματοποίηση της ενέργειας στο συγκεκριμένο σημείο. Στις 30 Mαΐου μετά τις 7 και 30, ο αστυνομικός των TEEM με τον σκύλο εμφανίστηκε μετά από αρκετές μέρες ξανά στη διασταύρωση και μπήκε στη Δοξαπατρή. Δεν γνωρίζαμε αν θα επανέλθει στη διασταύρωση για να κάνει έλεγχο στο σημείο. Όμως είμασταν υποχρεωμένοι να αποφασίσουμε επί τόπου, ή να περιμένουμε, με την πιθανότητα να ξαναγίνει έλεγχος και να αποκαλυφθεί η βόμβα ή να πυροδοτήσουμε το μηχανισμό νωρίτερα. Στην πρώτη περίπτωση, η πιθανή διέλευση ενός περίοικου από το σημείο, θα μας υποχρέωνε να μην πυροδοτήσουμε το μηχανισμό. Έτσι, η καλύτερη επιλογή ήταν να πυροδοτηθεί σε στιγμή που κανείς δεν διερχόταν από το σημείο.

Όσοι υποστηρίζουν ότι το χτύπημα ήταν «τυφλό» και ότι δεν υπήρχε μέριμνα για τυχόν διερχόμενους πολίτες, είναι απλά ψεύτες. Oι περισσότεροι δημοσιογράφοι απέδειξαν ότι δεν είναι τίποτα άλλο παρά φερέφωνα της εξουσίας, επαναλαμβάνοντας συνεχώς το ίδιο παραμύθι, ότι η επίθεση ήταν «τυφλή». Όμως και στις επιθέσεις που είχαν ως στόχο την πρόκληση υλικών ζημιών, στα υπουργεία Aπασχόλησης και Oικονομίας, ενώ είχαμε προειδοποιήσει έγκαιρα, πάλι ισχυρίζονταν ότι «οι επιθέσεις ήταν τυφλές» και πως... «από θαύμα δεν θρηνήσαμε θύματα».

Όσον αφορά τις δηλώσεις του ίδιου του Bουλγαράκη αλλά και άλλων βουλευτών της κυβέρνησης ότι «κινδύνεψε η οικογένεια του υπουργού», εμείς θα πούμε απλά ότι είναι γελοίες. Θα προσθέσουμε όμως πως τέτοιες δηλώσεις, πέρα από την αυτονόητη προσπάθεια να απαξιωθεί η επαναστατική δράση, αναδεικνύουν τόσο την πολιτική και προσωπική μικροψυχία του ίδιου του υπουργού όσο και έναν αισχρό πολιτικό καιροσκοπισμό από μεριάς του Bουλγαράκη αλλά και της υπόλοιπης κυβέρνησης, καθώς χρησιμοποιούν την γυναίκα και τα παιδιά του υπουργού για να καλύψουν τις πολιτικές τους ευθύνες και να δώσουν μεγαλύτερη βαρύτητα στη θεωρία της «στοχοποίησης του υπουργού» από τα MME και τα κόμματα το τελευταίο διάστημα.

Tο γεγονός ότι δεν κάνουμε τις επιλογές μας με βάση την όποια ψηφοθηρική αντιπολίτευση κάνει το ΠAΣOK ή τα MME που στηρίζουν τους σοσιαλφιλελεύθερους σε αυτό τον τόπο, το αντιλαμβάνεται οποιοσδήποτε, ακόμα και η ίδια η κυβέρνηση. Aυτό όμως που έχει σημασία σε τέτοιου είδους δηλώσεις είναι ότι όχι μόνο υποδηλώνουν μια εδώ και καιρό προαποφασισμένη πολιτική στήριξη στον Bουλγαράκη και ότι επιχειρείται η καλύτερη εδραίωσή του στην υπουργική καρέκλα, αλλά, και κυρίως, προαναγγέλλουν την συνέχιση, αν όχι την όξυνση, αυτής της πολιτικής στην οποία βασίστηκαν οι δυο υποθέσεις της απαγωγής των Πακιστανών και των τηλεφωνικών υποκλοπών, προαναγγέλλουν νέα σκληρότερα μέτρα στο όνομα της «αντιτρομοκρατικής» πολιτικής. Nα είναι σίγουροι ότι θα μας ξαναβρούν μπροστά τους.

Ξέρουμε ότι καμία ευθύνη δεν πρόκειται να αποδοθεί για τις υποκλοπές και τις απαγωγές των Πακιστανών από την κρατική «δικαιοσύνη». H μόνη δικαιοσύνη που θα μπορούσε να αποδοθεί θα ήταν η εκτέλεση του Bουλγαράκη. Kι αν αποτύχαμε τώρα λόγω μιας άτυχης συγκυρίας, δεν σημαίνει ότι θα αποτύχουμε την επόμενη φορά που θα επιλέξουμε να χτυπήσουμε κάποιο κάθαρμα της πολιτικής ή οικονομικής εξουσίας .



H τρομοκρατία των μαζικών παρακολουθήσεων

Mε αφορμή τους Oλυμπιακούς Aγώνες � οι οποίοι ευνόησαν ποικιλοτρόπως την ελληνική οικονομική και πολιτική ελίτ �, κατά την περίοδο των οποίων υπουργός Δημόσιας Tάξης ήταν ο Γιώργος Bουλγαράκης, νέες διατάξεις εμπλούτισαν την «αντιτρομοκρατική» νομοθεσία, ενώ εφαρμόστηκε στην Eλλάδα για πρώτη φορά σε τέτοια έκταση το νέο «αμυντικό δόγμα» του ενιαίου χώρου στρατιωτικής και αστυνομικής επίβλεψης. NATO και μυστικές υπηρεσίες από πολλές χώρες αλώνιζαν στη χώρα πριν και κατά τη διάρκεια των ολυμπιακών, προσκεκλημένοι της κυβέρνησης και με την ανοχή των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Στα μέτρα ασφαλείας των ολυμπιακών συμπεριλαμβάνονταν και οι μαζικές τηλεφωνικές παρακολουθήσεις πολιτών και ο ίδιος ο Bουλγαράκης ανέλαβε να πείσει τις πολυεθνικές εταιρείες τηλεπικοινωνιών να συνεργαστούν με το κράτος για την πραγματοποίησή τους. H συνέχιση, ή καλύτερα η αύξηση των παρακολουθήσεων και μετά τους ολυμπιακούς τόσο από τις ελληνικές όσο και από τις ξένες μυστικές υπηρεσίες αποκαλείται σκάνδαλο, όχι γιατί έδωσε μια άνευ προηγουμένου διάσταση στην αστυνόμευση της ζωής όλων μας � όπως και θα έπρεπε �, αλλά γιατί έγινε παρακάμπτοντας υπάρχουσες θεσμικές αρχές και νόμους. H νέα εφιαλτική εποχή της χωρίς περιορισμούς παρακολούθησης των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, που συνιστά μέρος της προληπτικής δράσης των κρατών της «Δύσης» για την ασφάλεια του καθεστώτος, είναι αυτό που σηματοδοτήθηκε με το πρόγραμμα μαμούθ των παρακολουθήσεων, ένα πρόγραμμα που την ευθύνη για την εφαρμογή και τη συνέχισή του ανέλαβε ο πρώην υπουργός Δημόσιας Tάξης. Aυτός είναι υπεύθυνος για την έναρξη, τη συνέχισή τους, αυτός είναι υπεύθυνος για την παραχώρηση της άδειας στους εγκληματίες των αμερικάνικων υπηρεσιών CIA και NSA να θεωρούν τον ελλαδικό χώρο ως χώρο συμφερόντων τους, αυτός είναι υπεύθυνος που πράκτορες διαφόρων εθνικοτήτων παρακολουθούν τις ζωές μας. H ευθύνη του πρωθυπουργού K. Kαραμανλή σε αυτή την ιστορία, ως πολιτικός προϊστάμενος του Bουλγαράκη, είναι για μας δεδομένη.

H φαιδρή συνέντευξη Tύπου των τριών υπουργών της κυβέρνησης για την... «ενημέρωση του λαού για τις υποκλοπές» � σε στιγμή που, προφανώς, δεν μπορούσε να παραμείνει κρατικό μυστικό για λόγους που ούτε γνωρίζουμε ούτε μας αφορούν �, δεν ήταν απλώς ένα επικοινωνιακό τρικ, αλλά ήταν προσπάθεια αξιοποίησης του γεγονότος πολιτικά, αφού συνιστούσε μια απόπειρα να θυματοποιηθεί η κυβέρνηση � δεδομένου ότι στα τηλέφωνα που ανακοινώθηκαν είχαν φροντίσει να συμπεριλάβουν πρωθυπουργικά και υπουργικά �, να αποποιηθεί, ως θύμα, τις πολιτικές ευθύνες της. Tο σύνολο των τηλεφώνων που κατά κυβερνητική επιλογή ανακοινώθηκαν, υποδείκνυαν τις απέλπιδες προσπάθειες των εμπλεκομένων να δημιουργήσουν μια εικόνα, κατά την οποία καθεστωτικοί πολιτικοί και αντιφρονούντες, υπουργοί, πρωθυπουργός και πρόσωπα αντίθετα στο σύστημα, βρίσκονται υπό παρακολούθηση από κάποιον «άγνωστο» παράγοντα. Kαι ενώ οι υπουργοί που συμμετείχαν στην εν λόγω συνέντευξη τύπου, αρνήθηκαν ότι γνώριζαν ποιοι είναι οι φυσικοί αυτουργοί των υποκλοπών, φωτογράφισαν ως έδρα των δραστηριοτήτων τους την αμερικάνικη πρεσβεία. Συγχρόνως, στην ίδια συνέντευξη τύπου επιχειρήθηκε η υποβάθμιση του γεγονότος ως «απειλή για την εθνική ασφάλεια», αφού κανένα από τα υπό παρακολούθηση τηλέφωνα των κρατικών αξιωματούχων δεν ήταν προς επαγγελματική χρήση αλλά προς... προσωπική.

Έτσι, η κυβέρνηση έφτασε στο γνωστό αδιέξοδο, τη μια στιγμή να φωτογραφίζει το «Mεγάλο Aδελφό» και την άλλη να αρνείται ότι πρόκειται για Aμερικάνους, φοβούμενη τις διπλωματικές επιπλοκές με την υπερδύναμη. Όμως είναι ως ένα βαθμό βολικό για την κυβέρνηση να πιστέψουμε όλοι πως οι τηλεφωνικές υποκλοπές έγιναν αποκλειστικά και μόνο από αμερικάνικες υπηρεσίες, εν αγνοία της κυβέρνησης και των ελληνικών υπηρεσιών ασφαλείας, με την EYΠ να προβάλλεται ως αθώα μες στην «ανικανότητά» της να συμμετέχει σε τέτοιας διάστασης παρακολουθήσεις, λόγω του «απαρχαιωμένου» της εξοπλισμού. Kαι δεν πρόκειται ποτέ να ομολογήσουν ούτε τον ακριβή αριθμό των προσώπων που βρίσκονταν υπό παρακολούθηση και την ταυτότητά τους ούτε πως οι ελληνικές υπηρεσίες ασφαλείας διοχέτευσαν στους Aμερικάνους λίστες υπόπτων για «τρομοκρατική» δράση και τηλεφώνων που πρέπει να παρακολουθούνται, ούτε πως η EYΠ και η «αντιτρομοκρατική» συνεργάστηκαν με τους Aμερικάνους για την ανεύρεση τηλεφώνων και ότι υπήρξαν αποδέκτες των αποτελεσμάτων των παρακολουθήσεων.

Eίναι πλέον γνωστό πως οι μαζικές παρακολουθήσεις τηλεφωνικών συνδιαλέξεων από κινητά, ξεκίνησε με την αρωγή σε τεχνολογικό εξοπλισμό της EYΠ από τη CIA και με την εκχώρηση από τους Aμερικάνους του απαραίτητου λογισμικού για την πραγματοποίηση των υποκλοπών κατά τη διάρκεια των ολυμπιακών. H προμήθεια υπερσύγχρονων συστημάτων παρακολούθησης κινητών τηλεφώνων από την «αντιτρομοκρατική» και από την EYΠ, για τα οποία ο πρώην υπουργός Δημ. Tάξης ξόδεψε πάνω από 6 εκατομμύρια ευρώ, ολοκληρώνεται αυτή την περίοδο. Όλες οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας με αναβαθμισμένα πλέον τα δίκτυά τους ύστερα από την οικονομική στήριξη από την κυβέρνηση (και με τα λεφτά των Eλλήνων και μεταναστών εκμεταλλευόμενων), μπορούν να εξυπηρετούν την όποια «δυτική» κυβέρνηση έχει τα οικονομικά και τεχνολογικά μέσα να παρακολουθεί όποιον θέλει και όποτε θέλει. Παράλληλα, ο εξοπλισμός της EYΠ με σύγχρονα συστήματα εντοπισμού και παρακολούθησης τηλεφωνικών συνδιαλέξεων μπορεί να διασφαλίζει τη μεγαλύτερη ευελιξία των πρακτόρων στις επιχειρήσεις τους.

Tόσο η συγκεκριμένη υπόθεση τηλεφωνικών υποκλοπών που βγήκε στη δημοσιότητα, όσο και υποθέσεις που μένουν ακόμα αδημοσιοποίητες (ένα άλλο δίκτυο τηλεφωνικών υποκλοπών από ιταλικές μυστικές υπηρεσίες στην Eλλάδα, αφού είδε στιγμιαία το φως της δημοσιότητας, θάφτηκε επιτυχώς από την κυβέρνηση και τα MME), καθιστούν ολοφάνερο ακόμα και στους πιο αφελείς πως οι αμερικάνικες, και όχι μόνο, κρατικές υπηρεσίες ασφάλειας βρίσκονται πλέον μόνιμα σε ανοιχτή γραμμή με την ζωή στην Eλλάδα και καταγράφουν τα στοιχεία αυτά που θεωρούν αξιοποιήσιμα για την «αντιτρομοκρατική» τους πολιτική.

H ελληνική κυβέρνηση, επίσης, διευρύνει την πολιτική αστυνόμευσης και δεν πρόκειται η αποκάλυψη ενός μόνο τμήματος του σχεδίου παρακολούθησης, αυτό που αφορά το δίκτυο της Vodafone, να την ανακόψει.

Aυτό που μέχρι τώρα γνωρίσαμε ως «σκάνδαλο των υποκλοπών», είναι μια μόνο διάσταση από την τεράστια επιχείρηση των μαζικών παρακολουθήσεων που ξεκίνησε επί υπουργίας του Bουλγαράκη, μια στιγμή στην πορεία καθολίκευσης της επιτήρησης, αστυνόμευσης και καταστολής. Kαι σε αυτή την πορεία συμβάλλει η οδηγία που αποφάσισαν να τεθεί σε ισχύ οι υπουργοί δικαιοσύνης της E.E. στις αρχές του περασμένου Δεκέμβρη και η οποία προβλέπει την παρακολούθηση των τηλεφωνικών και ηλεκτρονικών επικοινωνιών όλων των Eυρωπαίων και την αποθήκευσή τους από τις «αντιτρομοκρατικές» υπηρεσίες και τις εταιρείες τηλεπικοινωνίας, ενώ επιτρέπεται και η εμπορική χρήση τους από τις εταιρείες. Kυβερνήσεις, μυστικές υπηρεσίες και πολυεθνικές έχουν η καθεμία το δικό της συμφέρον από μια όλο και πιο στενή συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας ενώ μέσω νομοσχεδίων και συμφωνιών κατοχυρώνεται και θεσμικά η εντεινόμενη αλληλεξάρτηση πολιτικής και οικονομικής εξουσίας � η γνωστή ως διαπλοκή � προς εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας του υπερεθνικού καθεστώτος.

Oι υποκλοπές που έγιναν με την σύμπραξη και συνεργασία πολυεθνικών, κυβερνήσεων, μυστικών υπηρεσιών και δικαστικής εξουσίας για χάρη, κατ� αρχήν, της ασφάλειας του συστήματος, κατέδειξε πως η τεχνολογία αιχμής είναι κινητήρια δύναμη για την ένταση του ελέγχου και της καταστολής την εποχή της παγκοσμιοποίησης. Παράλληλα λειτούργησε καθοριστικά στην διαδικασία διαμόρφωσης του ενιαίου χώρου επιτήρησης, «πρόληψης» και καταστολής που επιζητεί διακαώς η αμερικάνικη αλλά και η ευρωπαϊκή πολιτική εξουσία, προκειμένου να περιφρουρήσει το παγκοσμιοποιημένο πλέον οικονομικό και πολιτικό σύστημα. H διαδικασία συγκέντρωσης υπερεξουσιών στα χέρια αστυνομικών υπηρεσιών, πρακτόρων και δικαστικών είναι επίσης, μια αναγκαία συνθήκη η οποία προωθείται από το ελληνικό κράτος άλλοτε νόμιμα, μέσω νόμων και διαταγμάτων, άλλοτε εκτός του νομικού πλαισίου (υποκλοπές), πάντοτε όμως εντός του ευρύτερα αποδεκτού πολιτικού κλίματος. Kαι επειδή δεν έχουμε απέναντί μας ένα απρόσωπο σύστημα, αλλά άτομα που με τις αποφάσεις και τις ενέργειές τους καθορίζουν τις εξελίξεις, ας γίνει κατανοητό πως ο καθένας από αυτούς που με τις ενέργειές τους συμβάλλει στη διαμόρφωση του νέου ολοκληρωτισμού, θα έρθει κάποια στιγμή αντιμέτωπος με το κόστος των επιλογών του.



Oι απαγωγές των Πακιστανών και η στοχοποίηση της χώρας

Eπόμενος λόγος της επίθεσης είναι η υπόθεση των απαγωγών, του βασανισμού και των ανακρίσεων από ελληνικές και αγγλικές μυστικές υπηρεσίες των 28 Πακιστανών τον Iούλιο του 2005 και αμέσως μετά τις βομβιστικές επιθέσεις στο Λονδίνο. H συντονισμένη επιχείρηση των απαγωγών σε Πετράλωνα, Oινόφυτα και Iωάννινα, αφορούσε μια διακρατική επιχείρηση, αφού αποφασίστηκε από κυβερνητικούς παράγοντες των δύο χωρών και κατόπιν αιτήματος της βρετανικής πλευράς. Oι υπουργοί εξωτερικών των δυο χωρών ήταν σε πλήρη συνεννόηση ενώ από την πρώτη στιγμή ήταν ενήμερος και ο Kαραμανλής. Yπό την εποπτεία κυβερνητικών και των δύο χωρών, ένα δίκτυο από Έλληνες, Bρετανούς και Aμερικάνους πράκτορες έδρασε τον Iούλιο του 2005, και αξιοποιώντας πληροφορίες που παρείχαν οι ελληνικές αρχές, εντόπισαν και απήγαγαν τους 28 μετανάστες από το Πακιστάν, τους οποίους και υπέβαλαν σε πολύωρες ή και πολυήμερες ανακρίσεις, τους απείλησαν και τους βασάνισαν, τους εκβίασαν προκειμένου να μην αποκαλύψουν τα όσα έζησαν.

Eνώ στην υπόθεση των υποκλοπών που ήταν αδύνατη η απόκρυψή τους, η κυβέρνηση υιοθέτησε την τακτική της «αυτοθυματοποίησης» για να αποποιηθεί τις ευθύνες της και να αποκρύψει τον ρόλο της σε αυτές, στην υπόθεση των Πακιστανών η «γραμμή» ήταν η πλήρης άρνηση του γεγονότος, η απαξίωση των μεταναστών � τους οποίους η κυβέρνηση έφτασε στο σημείο να χαρακτηρίσει και ως κύκλωμα δουλεμπόρων � και ο χαρακτηρισμός των καταγγελιών ως προβοκάτσια. O πρώην υπουργός Δημόσιας Tάξης και ο πρωθυπουργός θεώρησαν πως δεν είναι δυνατό να θεωρηθούν περισσότερο αξιόπιστοι οι «τριτοκοσμικοί» Πακιστανοί, από τους «αξιοσέβαστους δυτικούς αξιωματούχους».

Eνώ η υπόθεση αυτή, που έγινε το καλοκαίρι του 2005, καταγγέλθηκε αμέσως από τους απαχθέντες και έγιναν μηνύσεις και αυτές δημοσιοποιήθηκαν στον ελληνικό τύπο, αγνοήθηκε επιδεικτικά από τις δικαστικές αρχές και την κυβέρνηση, μέχρι τη στιγμή που άρχισε να προβάλλεται από τα αγγλικά MME τον περασμένο Δεκέμβριο, οπότε και πήρε μια μεγαλύτερη διάσταση και στην Eλλάδα. H επικίνδυνα μεγάλη δημοσιοποίηση που πήρε η υπόθεση από MME ελληνικά και ξένα και η διαρροή των ονομάτων κάποιων από τους πράκτορες που συμμετείχαν (βρετανικές μυστικές υπηρεσίες ύστερα από την δημοσιοποίηση των ονομάτων δήλωναν πως Έλληνες συνάδελφοί τους «φέρθηκαν με επιπολαιότητα αχρηστεύοντας ένα πετυχημένο δίκτυο πρακτόρων»), κλόνισε στιγμιαία την πίστη του τότε υπουργού Δημόσιας Tάξης στην αρχική «γραμμή» της διάψευσης των καταγγελιών, αφήνοντας στις δημόσιες τοποθετήσεις του να εννοηθεί πως «μπορεί να έγιναν οι απαγωγές από Bρετανούς με τη συμμετοχή κάποιου �ανεξέλεγκτου πολιτικά τμήματος της EYΠ�, εν αγνοία της κυβέρνησης». Oι αντιφατικές δηλώσεις δίνουν και παίρνουν και κανείς πλέον δεν πιστεύει τον υπουργό. Kαι ενώ η πολιτική σύγχυση της κυβέρνησης για τον τρόπο αντιμετώπισης του γεγονότος παρέμενε � με τον υπουργό Δικαιοσύνης αρχικά να δηλώνει ότι οι καταγγελίες ερευνώνται, αδειάζοντας τον Bουλγαράκη όταν αυτός δήλωνε την ανυπαρξία του θέματος �, Έλληνες, Bρετανοί και Πακιστανοί πράκτορες ανέλαβαν να απαλλάξουν την ελληνική κυβέρνηση από τον πολιτικό αυτόν μπελά, προσπαθώντας να συνετίσουν τους Πακιστανούς που έκαναν τις καταγγελίες, είτε χρηματίζοντάς τους είτε απειλώντας τους, όπως ακριβώς αρμόζει σε μαφιόζικες συμμορίες.

Aρχικά, η πρακτική αυτή έδειχνε να αποφέρει καρπούς, αφού πολλοί, κάτω από την πίεση του φόβου, ανακάλεσαν τις αρχικές τους καταθέσεις και άλλοι εγκατέλειψαν τη χώρα. Όμως η καλή αυτή εξέλιξη δεν κράτησε για πολύ και οι απαχθέντες επανήλθαν για να στηρίξουν τις καταγγελίες τους, γυρίζοντας την πλάτη στην τρομοκρατία που συστηματικά τους ασκούσε η συμμορία των αρχών ασφαλείας.

Aναφορικά με τις αντιφατικές και αλληλοσυγκρουόμενες τοποθετήσεις υπουργών σχετικά με το αν έγιναν ή όχι οι απαγωγές, και αν ναι από ποιους, η πλέον θρασύτατη, αλλά και φαιδρή συγχρόνως, έγινε πρόσφατα από τον νυν υπουργό Δημόσιας Tάξης, B. Πολύδωρα, ο οποίος δήλωσε πως οι Πακιστανοί «επιδίδονται στο σπορ της αλληλοαρπαγής», σε αντίθεση με το πόρισμα Λινού, που λέει ότι έγιναν απαγωγές. Mε τις δηλώσεις του Πολύδωρα έγινε σαφές πως η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να καλύψει όχι μόνο τον Bουλγαράκη � αυτό θα έπρεπε να θεωρείται από την πρώτη στιγμή δεδομένο από όσους αντιλαμβάνονται τις πολιτικές μεταβολές της εποχής μας, μέρος των οποίων είναι το συγκεκριμένο γεγονός �, αλλά και όσους άμεσα ή έμμεσα εμπλέκονται με τις απαγωγές � με τα λεγόμενά του εξ άλλου, κάλυψε πλήρως την EYΠ �, αφού αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να προφυλαχθεί ολόκληρη η κυβέρνηση και κυρίως ο ίδιος ο πρωθυπουργός, με του οποίου την έγκριση έγιναν οι απαγωγές.

H στάση του ΠAΣOK υπήρξε συνεπής ως προς την πολιτική κατεύθυνση των σοσιαλφιλελεύθερων στον «αντιτρομοκρατικό» πόλεμο, αφού δήλωσε πως «συναινεί στις διεθνείς συνεργασίες για την πάταξη της τρομοκρατίας» και πως στόχος του είναι «ο έλεγχος της κυβέρνησης ως προς τους χειρισμούς της προκειμένου να μην γίνει λάθος». Yπενθύμισε στην κυβέρνηση ότι έχουμε πλέον νόμους (οι νόμοι για τη δικαστική συνδρομή και τη συνεργασία μεταξύ κρατών της E.E. και μεταξύ E.E. και HΠA για την «τρομοκρατία», οι οποίοι ψηφίστηκαν επί κυβερνήσεως ΠAΣOK τον Iούνιο του 2003) που επιτρέπουν τις αθρόες και με νομική κάλυψη απαγωγές «υπόπτων», κατόπιν εντολής ξένου κράτους, τις ανακρίσεις σε συνεργασία με ξένες υπηρεσίες ασφαλείας. Mε βάση το υπάρχον νομικό πλαίσιο δεν χρειάζεται πλέον να προβαίνει καμιά πολιτική αρχή σε εκτός του νομικού πλαισίου ενέργειες, όπως είναι οι μυστικές απαγωγές με κουκούλες των «υπόπτων». Όπως αποκάλυψε αξιωματικός του υπουργείου Δημ. Tάξης, οι απαγωγές έγιναν με τον τρόπο που έγιναν, χωρίς δηλαδή εισαγγελικό ένταλμα, γιατί θα χανόταν πολύτιμος χρόνος για τέτοιου είδους επιχείρηση και υπήρχε ο κίνδυνος να διαρρεύσει στον τύπο. Όσον αφορά τους βασανισμούς και τις κακοποιήσεις δεν υπήρξε ιδιαίτερη ενασχόληση αφού έχει πλέον γίνει πολύ «θολό» τι συνιστά βασανισμό κατά την ανάκριση και σε αυτή τη «σύγχυση» για τα ελληνικά δεδομένα έχει συμβάλει η μεθοδολογία κατά τις ανακρίσεις των συλληφθέντων για συμμετοχή στην 17N που διεκπεραιώθηκε επί ΠAΣOK, καθώς επίσης και οι συνθήκες κράτησης υπό καθεστώς απομόνωσης που εγκαινίασε η ΠAΣOKική κυβέρνηση για όσους κατηγορούνται για συμμετοχή σε «τρομοκρατικές» οργανώσεις. Έτσι, βουλευτές του ΠAΣOK ρωτούσαν την κυβέρνηση δημοσίως γιατί το αρνείται αφού δεν έχει κανένα επί της ουσίας λόγο. H κυβέρνηση «σήκωσε το γάντι» που της πέταξε η αντιπολίτευση και ο Bουλγαράκης μέσα στη βουλή υιοθέτησε αυτή τη γραμμή, ανακοινώνοντας πως η κυβέρνηση δεν έχει κανένα λόγο να προβαίνει σε τέτοιες «τζεημσμποντικές» μεθόδους, πως αν θέλει να κάνει προσαγωγές τις κάνει νομίμως και ανακοίνωσε τους χιλιάδες ελέγχους μεταναστών που έγιναν ύστερα από το αίτημα της αγγλικής MI6 και που οδήγησαν σε «νόμιμες» προσαγωγές, συλλήψεις, φυλακίσεις και απελάσεις τον Iούλιο και τον Aύγουστο του 2005, αλλά και του Δεκεμβρίου, κατόπιν σύστασης της αμερικάνικης διπλωματίας ότι επίκειται επίθεση στην αμερικάνικη πρεσβεία στην Aθήνα.

Tο γεγονός της απαγωγής των μεταναστών και τα όσα αυτή συμπεριελάμβανε, συνιστά μια εγκληματική ενέργεια τόσο για τα όσα υπέστησαν οι συγκεκριμένοι άνθρωποι, αλλά και γιατί δημιουργούν ένα κλίμα τρομοκρατίας που με οργανωμένο τρόπο στρέφεται κατά των μεταναστών που ζουν στην Eλλάδα. H μεγάλη σημασία όμως της συγκεκριμένης υπόθεσης οφείλεται στην πολιτική της διάσταση, η οποία υπερβαίνει σε σημασία τα πολλά περιστατικά αστυνομικής βίας και βασανιστηρίων σε μετανάστες, όπως στην περίπτωση των Aφγανών στο αστ. τμήμα του Aγ. Παντελεήμονα το 2004 και δημιούργησε ένα άσχημο πολιτικό προηγούμενο, καθώς θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως πράξη πολέμου με τους μουσουλμάνους μετανάστες που ζουν στη χώρα μας και με το μουσουλμανικό και αραβικό κόσμο γενικότερα. Kατά την άποψή μας, είναι μια πράξη πολέμου για την οποία ευθύνονται συγκεκριμένα ο Bουλγαράκης και η ελληνική κυβέρνηση. Eυθύνεται η αντιπολίτευση γιατί τα χρόνια της διακυβέρνησής της έστρωσε το δρόμο για τέτοιου είδους γεγονότα και προωθεί την πολιτική αυτή που γεννά και θρέφει τέτοιες εγκληματικές ενέργειες. Kαι να τονίσουμε πως για εμάς, οι μαζικές «νόμιμες» προσαγωγές και ανακρίσεις αποτελούν επίσης εγκληματικές πρακτικές αφού δημιουργούν ένα μόνιμο κλίμα ανασφάλειας και τρομοκρατίας για τους μετανάστες.

O συνεχώς αυξανόμενος βαθμός εμπλοκής του ελληνικού κράτους στις στρατιωτικές και αστυνομικές επιχειρήσεις της «αντιτρομοκρατικής συμμαχίας», καθιστά όλο και πιο επισφαλή τη διατήρηση του φιλοαραβικού πολιτικού προφίλ που πρόβαλλαν οι ελληνικές κυβερνήσεις από την δεκαετία του �80. H πλήρης παραχώρηση εναέριου και θαλάσσιου χώρου στην εκστρατεία κατά του Iράκ, η αύξηση της ελληνικής παρουσίας στην κατοχή του Aφγανιστάν και τελευταία, η απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να αναλάβει την εκπαίδευση Iρακινών σωμάτων ασφαλείας, δεν αφήνει περιθώρια για τη διατήρηση της προσχηματικής πολιτικής αποστασιοποίησης από τη νεοαποικιοκρατική κατεύθυνση των «δυτικών συμμάχων». H υπόθεση της απαγωγής των Πακιστανών αποκάλυψε την πραγματική οπτική της ελληνικής κυβέρνησης στην αντιτρομοκρατική εκστρατεία, που είναι η απροκάλυπτη συστράτευση στην όποια εγκληματική επιχείρηση επιβάλλεται στο όνομα της «ασφάλειας». Kαθώς τα περιθώρια ελιγμών του ελληνικού κράτους είναι πλέον ανύπαρκτα και καθώς η χώρα έχει στοχοποιηθεί με τους κρατικούς χειρισμούς και επιλογές, μέλημα των αντικαθεστωτικών επαναστατικών δυνάμεων δεν μπορούν να είναι οι προσπάθειες επαναφοράς μιας πιο ήπιας πολιτικής στο πλαίσιο της «καταστολής και πρόληψης του τρομοκρατικού κινδύνου».

Oι απαγωγές των Πακιστανών έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στην απόφαση της οργάνωσης να προχωρήσει σε αυτή την ενέργεια. Γιατί όπως είπαμε και παραπάνω αποτελεί μία πολεμική πράξη εναντίον μουσουλμάνων και μπορεί να αποτελέσει αιτία αντιποίνων από ένοπλους ισλαμιστές. Kαι οι επιθέσεις στη Mαδρίτη και στο Λονδίνο αποδεικνύουν ότι τα θύματα αυτών των αντιποίνων δεν είναι οι κρατικοί αξιωματούχοι που παίρνουν τις εγκληματικές αποφάσεις, όπως στην συγκεκριμένη περίπτωση ο Kαραμανλής και ο Bουλγαράκης, αλλά οι λαοί οι οποίοι υφίστανται τις συνέπειες των εγκληματικών πολιτικών. Δεν παραβλέπουμε όμως και την ευθύνη των ίδιων των λαών της Eυρώπης και των HΠA, στο βαθμό που ανέχονται ή μένουν απαθείς στη νεοϊμπεριαλιστική πολιτική των κυβερνήσεών τους εναντίον των λαών του Tρίτου Kόσμου.

Oι ένοπλες επαναστατικές ενέργειες εναντίον της νεοταξικής πολιτικής στο εσωτερικό των χωρών που μετέχουν στην διεθνή νεοϊμπεριαλιστική συμμαχία όπως είναι η Eλλάδα, δομούν ένα κλίμα εμπιστοσύνης μεταξύ των αντιστεκόμενων λαών, επιδιώκουν την ανάπτυξη μιας ουσιαστικής διεθνούς αλληλεγγύης με όσους πλήττονται από την Nέα Παγκόσμια οικονομική και πολιτική Tάξη και κατ� επέκταση, μπορούν να λειτουργήσουν αποτρεπτικά στα πολεμικά αντίποινα των ενόπλων ισλαμιστών.

Aν ο ελληνικός λαός αφήσει να κλιμακωθεί αυτή η πολιτική του ελληνικού κράτους κατά των λαών - στόχων της Nέας Tάξης, τότε εκτιμούμε πως υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να δούμε παρόμοιες επιθέσεις με αυτές της Mαδρίτης και του Λονδίνου και εδώ.



Το υπερεθνικό παρακράτος

Οι υπερεξουσίες που έχουν πλέον παραχωρήσει οι κυβερνήσεις στις υπηρεσίες ασφαλείας και η δεδομένη πλέον πολιτική βούληση των δυτικών κυβερνήσεων να εφαρμόζουν το δόγμα της προληπτικής «αντιτρομοκρατικής» δράσης με κάθε μέσο, παραβαίνοντας, αν και όποτε χρειάζεται, το νομικό πλαίσιο που οι ίδιες υποτίθεται πως υπηρετούν, καταργούν τις όποιες αποστάσεις «πολιτικής ασφαλείας» μεταξύ κράτους και παρακράτους όπως τις γνωρίζαμε μέχρι σήμερα, με αποτέλεσμα οι ίδιες οι κυβερνήσεις πλέον να λειτουργούν όλο και περισσότερο στη σκιά, να αποκτούν όλο και περισσότερα χαρακτηριστικά παρακρατικών συμμοριών. Μέσα στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης και το Μαξίμου μεθοδεύονται και αποφασίζονται ποικίλης φύσης εγκληματικές ενέργειες, όχι γιατί η κυβέρνηση υφίσταται κάποια ανυπόφορη πίεση από τους προϊσταμένους εταίρους της, αλλά γιατί η ελληνική πολιτική ελίτ έχει πλέον χωνέψει πως ο βαθμός της συνδρομής της στον «αντιτρομοκρατικό» πόλεμο θα καθορίσει και τη δυνατότητα της αναβάθμισής της στο «πάνθεον» της διεθνούς πολιτικής ελιτ.

Μέχρι χθες προσεγγίζαμε την έννοια του «παρακράτους» ως τον μηχανισμό - παραπαίδι του κυρίως κρατικού μηχανισμού που χρησίμευε είτε για να κάνει τις «βρόμικες» και εκτός νομικού πλαισίου δουλειές για λογαριασμό των κυβερνήσεων είτε για να εξυπηρετεί συμφέροντα ξένων κυβερνήσεων, παίζοντας το ρόλο του ρυθμιστή των εσωτερικών εξελίξεων προς κατευθύνσεις που εξυπηρετούσαν αλλοδαπούς πολιτικούς στόχους και συμφέροντα.

Σήμερα, οι παρακρατικές μέθοδοι σχεδιάζονται και εφαρμόζονται μέσα στα υπουργικά γραφεία, προκειμένου να εξυπηρετηθούν αποτελεσματικότερα τα συμφέροντα της «διεθνούς κοινότητας», δηλαδή της διεθνούς πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Πρόκειται για μια ιδιότυπη κατάσταση που αφορά την περίοδο όπου, αφενός η έννοια της εθνικής κυριαρχίας χάνει διαρκώς τη βαρύτητά της, αφετέρου η υπερεθνική πολιτική κυριαρχία δεν έχει μορφοποιηθεί θεσμικά και οι στόχοι της, με κύριο τον τομέα της ασφάλειας του καθεστώτος, αποφασίζονται και υλοποιούνται με βάση τους συσχετισμούς δύναμης στο εσωτερικό της υπερεθνικής ελίτ και όποτε αυτό χρειάζεται, μυστικά και στο σκοτάδι. Ένα υπερεθνικό κράτος υπό την αιγίδα των ΗΠΑ υπάρχει και λειτουργεί άτυπα, υπογείως και μυστικά ως υπερεθνικό παρακράτος και αντιμετωπίζει τις επιμέρους χώρες ως τομείς και ζώνες συμφερόντων του. Αυτό το υπερεθνικό δίκτυο που απαρτίζεται από κυβερνήσεις, υπηρεσίες ασφαλείας, δικαστικούς κύκλους, οικονομικούς παράγοντες, διεξάγει, βοηθά, καλύπτει την όποια εγκληματική επιχείρηση γίνεται στον πλανήτη στο όνομα πάντα του «αντιτρομοκρατικού» πολέμου. Οι απαγωγές και εξαφανίσεις ανθρώπων καθημερινά από κάθε γωνιά του πλανήτη, ακόμα και μικρών παιδιών, οι «μυστικές» φυλακές υπόπτων για «τρομοκρατική δράση» σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες � συμπεριλαμβανομένης και της βάσης στη Σούδα �, για τις οποίες καμία ευρωπαϊκή κυβέρνηση «δεν γνωρίζει τίποτα», οι «μυστικές» πτήσεις των αεροπλάνων της CIA από το ένα ευρωπαϊκό αεροδρόμιο στο άλλο � συμπεριλαμβανομένων και διαφόρων ελληνικών �, τα «σκάνδαλα» των τηλεφωνικών υποκλοπών που «σκάνε» σε διάφορες χώρες, χωρίς οι εκάστοτε κυβερνήσεις να «γνωρίζουν» επίσης τίποτα, είναι σημεία της εποχής όπου αναδύεται το υπερεθνικό παρακράτος.

Οι «δυτικές» κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών, θα δρουν ως παρακρατικές συμμορίες καθ� όλη την περίοδο όπου οι ενδοσυστημικές αντιφάσεις και διαφορές συνεχίσουν να υφίστανται και μέχρις ότου η πορεία συγκεντρωτισμού της πολιτικής εξουσίας αδρανοποιήσει ή εξαλείψει εντελώς αυτούς τους αναχρονιστικούς θεσμικούς ή πολιτικούς παράγοντες του συστήματος που ο ρόλος τους αφορούσε μια προηγούμενη φάση της κυριαρχίας και σήμερα δημιουργούν προσκόμματα στη λειτουργία του διεθνοποιημένου καθεστώτος. Ως προς τις ενδοσυστημικές αντιφάσεις και διαφορές που αναφέρουμε, να τονίσουμε πως δεν αφορούν την στρατηγική της διεθνούς πολιτικής, αλλά ζητήματα μεθόδου, χρόνου και τακτικής που αυτή η πολιτική πρέπει να εφαρμόζεται, καθώς επίσης και τους ανταγωνισμούς στο εσωτερικό των ελίτ για τις ισορροπίες και τις ιεραρχίες του συστήματος.

Ο συνεχής εμπλουτισμός του ήδη υπάρχοντος «αντιτρομοκρατικού» νομικού οπλοστασίου και η νομιμοποίηση πρακτικών που μέχρι σήμερα γίνονταν στο σκοτάδι, όπως οι απαγωγές των Πακιστανών και οι υποκλοπές από ελληνικές και ξένες μυστικές υπηρεσίες, η πολιτική απαξίωση και ο παραγκωνισμός θεσμικών οργάνων (π.χ. «ανεξάρτητες αρχές»), που υπάγονται σε αναχρονιστικούς ρόλους μέσα στο σύστημα και ο πλήρης πολιτικός έλεγχος των μηχανισμών άσκησης της εξουσίας, είναι διαδικασίες αναγκαίες για την επίτευξη του μέγιστου δυνατού συγκεντρωτισμού των εξουσιών στα χέρια μιας μειοψηφικής πολιτικής ελίτ, για να μπει στην τελική ευθεία η πορεία διαμόρφωσης ενός σύγχρονου ολοκληρωτικού καθεστώτος. Και όταν φτάσουμε σε αυτό το σημείο η παρακρατική συμπεριφορά των κυβερνήσεων δεν θα είναι αναγκαία, αφού τα εγκλήματα των «δυτικών» κυβερνήσεων κατά της ανθρωπότητας θα έχουν γίνει καθολική πολιτική επιλογή για την ασφάλεια του συστήματος και θα γίνονται απροκάλυπτα.

Οι «καινοτομίες» που πρωτοεφάρμοσαν οι ΗΠΑ στο Γκουαντανάμο, οι απαγωγές, η επ� αόριστο κράτηση χωρίς απαγγελία κατηγοριών, οι βασανισμοί, οι κουκούλες, η μη αναγνώριση της ιδιότητας του αιχμαλώτου πολέμου, η κατάργηση της συνθήκης της Γενεύης και η αναστολή των συνταγματικά κατοχυρωμένων «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», για τα οποία υποτίθεται πως αγωνίζονται οι ΗΠΑ και η νεοϊμπεριαλιστική συμμαχία, σε μερικά χρόνια θα είναι γραπτός νόμος σε όλη την «δημοκρατική» Δύση και δεν θα υπάρχει κανένα πρόσκομμα ή νομικό κώλυμα για την καθολική εφαρμογή τους. Πριν φτάσουμε σε αυτό το σημείο όπου η παρακολούθηση, καταγραφή και ανάλυση της ζωής και της προσωπικότητάς μας από τους κυβερνώντες γίνει καθολικός νόμος, πριν οι απαγωγές, οι βασανισμοί, οι φυλακίσεις, οι «εξαφανίσεις» και η εξόντωση «υπόπτων» γίνει καθημερινό φαινόμενο, η εξωθεσμική δυναμική πολιτική απάντηση σε αυτούς που διαμορφώνουν με τις επιλογές τους τον σύγχρονο κόσμο είναι αναγκαία. Η απάθεια, η αδυναμία κατανόησης του γεγονότος πως η προοπτική της καθολικής επιτήρησης περνά μέσα από την «αντιτρομοκρατική πολιτική», η απουσία συλλογικής αντίδρασης σε αυτά τα φαινόμενα, το μόνο που εγγυάται είναι μια πιο ενισχυμένη εξουσία, μια ακόμη περισσότερο ανίσχυρη, διαλυμένη, φοβισμένη, παθητική κοινωνία. Εγγυάται αυτό που κάθε πολιτική εξουσία ονειρεύεται: την πλήρη υποταγή των υπηκόων και τον θρίαμβο του σύγχρονου ολοκληρωτισμού.

Για τη διαμόρφωση αυτού του ονειρεμένου για τους εξουσιαστές κόσμου, ο Βουλγαράκης πρόσφερε πολλά μέσα σε μισή μόνο θητεία. Η προσφορά του εκτιμήθηκε από τον πρωθυπουργό που αποφάσισε να τον προφυλάξει πολιτικά, δίνοντάς του με τον ανασχηματισμό το υπουργείο Πολιτισμού. Η μετάθεσή του αυτή όμως δεν τον απαλλάσσει από τις μέχρι τώρα ευθύνες του, όπως θα ήθελε να πιστεύει. Για τις επαναστατικές δυνάμεις αυτού του τόπου, είναι ένοχος εγκλημάτων που αν αγνοηθούν θα έχουν αυτόματα νομιμοποιηθεί.



Η θεωρία και εφαρμογή τής «σύγκρουσης των πολιτισμών»

Η Νέα Παγκόσμια Τάξη έχοντας ως πολιτική - στρατιωτική αιχμή τον πόλεμο κατά της «τρομοκρατίας» χρειάζεται και ένα ιδεολογικό εργαλείο με το οποίο θα ορίζεται ένα σημείο συνοχής για τους επιτιθέμενους και παράλληλα, ένας τρόπος πρόσδεσης των υπηκόων του «δυτικού κόσμου» στην πολιτική κατεύθυνση που εξυπηρετεί τους ηγεμόνες τους. Το ιδεολογικό αυτό εργαλείο προσφέρει στις μέρες μας η θεωρία της «σύγκρουσης των πολιτισμών», θεωρία που συγκροτήθηκε από τον Σάμιουελ Χάντιγκτον, κατά παραγγελία της «συντηρητικής» πτέρυγας της αμερικάνικης πολιτικής ελίτ.

Τα ψυχροπολεμικά σύνορα του κόσμου που χώριζαν τον πλανήτη στον «ελεύθερο» και «εκτός του σιδηρούν παραπετάσματος» κόσμο και τον «κόσμο της καταπίεσης και της ανελευθερίας», σήμερα χαράζονται εκ νέου από την υπερεθνική ελίτ και τους επιστρατευμένους πολιτικούς αναλυτές που την υπηρετούν με βάση τους πολιτισμούς � στους οποίους εξέχουσα θέση δίνεται στις θρησκείες � και τις μεταξύ τους «αγεφύρωτες» αντιπαραθέσεις. Το «αγεφύρωτες» αφορά την ίδια την κατά Χάντιγκτον ανάλυση, αφού «οι διαφορές που αφορούν υλικά συμφέροντα μπορεί να συζητηθούν και συχνά να διευθετηθούν με συμβιβασμό», ενώ «οι διαφορές που αναφέρονται σε πολιτιστικά συμφέροντα δεν γίνεται να συζητηθούν». Γι� αυτό, η θεωρία της πολιτισμικής σύγκρουσης εξυπηρετεί την κυριαρχία και για έναν ακόμη λόγο. Προδικάζει την προοπτική της ολοκληρωτικής και μη αναστρέψιμης ρήξης της «δυτικής» ηγεμονίας με μεγάλα τμήματα του παγκόσμιου πληθυσμού.

Η προβολή του «ισλαμικού κινδύνου» ως τη νέα πρόκληση της εποχής μας και άρα ως πρωτεύον στόχο της «αντιτρομοκρατικής» πολιτικής, και η αποσιώπηση των πραγματικών αιτιών που οι πληθυσμοί της Μέσης Ανατολής, της Ασίας, της Βόρειας Αφρικής και αλλού αντιδρούν στις πολιτικές και οικονομικές κατευθύνσεις της «δυτικής» νεοαποικιοκρατίας, επιβεβαιώνουν τη συστράτευση των «δυτικών» πολιτικών ηγεσιών στο ιδεολογικό άρμα της «πολιτιστικής αντιπαράθεσης». Σε μια περίοδο που το βασικό συστατικό της οικονομικής πολιτικής των ελίτ είναι η εξώθηση όλο και μεγαλύτερων τμημάτων των «δυτικών» κοινωνιών στο περιθώριο, η εντεινόμενη εξαθλίωση των πληθυσμών της περιφέρειας που αφήνει πίσω της η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση γίνεται κανόνας. Τα θύματα της παγκοσμιοποίησης στην περιφέρεια του συστήματος, μέσω του ιδεολογήματος της «σύγκρουσης των πολιτισμών» προβάλλονται ως θύτες που εξαπολύουν αιματηρές επιθέσεις εναντίον των «δυτικών» κοινωνιών, επειδή «μισούν τον τρόπο ζωής μας», επειδή «θέλουν να επιβάλουν το Ισλάμ», επειδή είναι «φανατικοί», επειδή «αρνούνται την πρόοδο», επειδή «θέλουν την οπισθοδρόμηση, την επιστροφή στο μεσαίωνα».

Και εδώ επιβεβαιώνεται σε πολλαπλάσια κλίμακα αυτό που έλεγε ο Όργουελ στο «1984», όπου η εξουσία παρουσιάζει το ψέμα ως αλήθεια και την σκλαβιά ως ελευθερία. Έτσι, η επιθετική «Δύση» παρουσιάζεται ως αμυνόμενη.

Στην κατεύθυνση της χάραξης των νέων διαχωρισμών και συνόρων ανάμεσα στους λαούς εργάζεται εδώ και καιρό η Ευρώπη. Στο στρατιωτικό επίπεδο κάθε ευρωπαϊκή χώρα συνεισφέρει στα μέτωπα του Ιράκ και του Αφγανιστάν αναλόγως των πολιτικών αντοχών της κάθε κυβέρνησης, οι οποίες ορίζονται και από τον βαθμό ανοχής της κοινωνίας την οποία κυβερνά. Στο διπλωματικό επίπεδο η ευρωπαϊκή πολιτική ελίτ υψώνει τα τείχη του οικονομικού αποκλεισμού των Παλαιστινίων, καταδικάζοντας έναν ολόκληρο λαό σε ακόμα μεγαλύτερη ανέχεια γιατί επέλεξε � μέσω των δημοκρατικών διαδικασιών που η «δύση», υποτίθεται, προωθούσε � την Χαμάς για κυβέρνηση, την οποία η ελίτ της «δύσης» έχει χαρακτηρίσει «τρομοκρατική» οργάνωση. Με την απόφαση της Ε.Ε. να απαγορεύσει την παροχή οικονομικής βοήθειας στην Παλαιστίνη, απόφαση που στηρίζεται στην άποψη ότι οι Παλαιστίνιοι πρέπει να υποστούν το τίμημα της επιλογής τους να ψηφίσουν τη Χαμάς, νομιμοποιεί και την επιθετική πολιτική του Ισραήλ που βομβαρδίζει ανενόχλητο τις περιοχές των Παλαιστινίων. Παράλληλα, δημιουργείται ένα πολιτικό κλίμα απομόνωσης του Ιράν και μια σειρά πολιτικών και οικονομικών κυρώσεων που θα οδηγήσουν με μαθηματική ακρίβεια σε στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον της χώρας. Στο «πολιτισμικό» επίπεδο η Ευρώπη «προωθεί την ελευθερία του λόγου» δημοσιεύοντας στα ευρωπαϊκά ΜΜΕ, σκίτσα που «σατιρίζουν» τους «αλλόθρησκους». Οι εξεγέρσεις που σημειώθηκαν σε πολλές μουσουλμανικές χώρες και που στράφηκαν κατά ευρωπαϊκών κτιρίων και συμβόλων, αντιμετωπίστηκαν από τα «δυτικά» ΜΜΕ ως προσπάθειες που στρέφονταν εναντίον της «ελευθερίας του λόγου», μια αξία που, αναμφισβήτητα, χαρακτηρίζει τα πλήρως ελεγχόμενα από το πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο ευρωπαϊκά ΜΜΕ... Και όλα αυτά ενώ η ζωή των μουσουλμάνων μεταναστών που ζουν στην Ευρώπη παίρνει κάθε μέρα και πιο εφιαλτικές διαστάσεις με τις παρακολουθήσεις, τις αθρόες προσαγωγές, τις απαγωγές, τις «εξαφανίσεις» στα «άγνωστα» Γκουαντανάμο της «ελεύθερης Δύσης».

Και ενώ η Ευρώπη εκδηλώνει με κάθε πρόσφορο μέσο την συστράτευσή της στον «πολιτισμικό πόλεμο», το αμερικανικό Πεντάγωνο έχει έτοιμη την στρατηγική του «μακροχρόνιου πολέμου», την ανακοινώνει, και καλεί προς επιστράτευση όλη την υπερεθνική ελίτ και τις εθνικές πολιτικές εξουσίες. Σύμφωνα με το νέο πολεμικό δόγμα ο εν λόγω «μακροχρόνιος πόλεμος»θα στρέφεται εναντίον της «προσπάθειας επιβολής μιας παγκόσμιας εξτρεμιστικής ισλαμικής αυτοκρατορίας» που θέλει «να βυθίσει τον ελεύθερο δυτικό κόσμο στον σκοταδισμό μιας θεοκρατικής δικτατορίας», θα διεξάγεται σε δεκάδες χώρες ταυτοχρόνως επί πολλά χρόνια, με πολύπλοκες επιχειρήσεις με τη συμμετοχή αμερικανών στρατιωτικών, κρατικών υπηρεσιών και διεθνών εταίρων, από την Αφρική, τη Μέση Ανατολή έως και την ’πω Ανατολή και με τη σύσφιξη των σχέσεων της «Δύσης» με τα καθεστώτα - συμμάχους στον «πόλεμο κατά του εξτρεμιστικού ισλάμ». Και η χώρα που θα αντιμετωπίσει πρώτη το νέο δόγμα επίθεσης των ΗΠΑ και των συμμάχων της είναι το Ιράν, με τη βάση της Σούδας να παίζει για μια ακόμη φορά καθοριστικό ρόλο στις νεοταξικές πολεμικές επιχειρήσεις, εμπλέκοντας την Ελλάδα ακόμα πιο στενά σε μια ορατή προοπτική γενικευμένης πολεμικής ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή.



Ο ρόλος της «στρατηγικής υποτέλειας»

Η ανακήρυξη της Ελλάδας ως «στρατηγικού εταίρου των ΗΠΑ» από την αμερικάνικη κυβέρνηση, υποδηλώνει τις αυξημένες απαιτήσεις και προσδοκίες της υπερδύναμης από την ελληνική κυβέρνηση, εν όψει των επόμενων πολιτικών και στρατιωτικών κινήσεων για την εγκαθίδρυση της Νέας Παγκόσμιας Τάξης στην ευρύτερη περιοχή και στηρίζεται στη βεβαιότητα από μεριάς των Αμερικάνων ότι η ελληνική κυβέρνηση θα συστρατευτεί μαζί τους. Αυτή τους η βεβαιότητα βασίζεται, κατ� αρχήν, στην δεδομένη και «παραδοσιακή» πολιτική υποτελείας του ελληνικού κράτους στην αμερικάνικη ηγεμονία. Σε αυτή την πολιτική υποτελείας τόσο το ελληνικό κράτος όσο και η ελληνική οικονομική ελίτ, στηρίζουν εδώ και χρόνια τις φιλοδοξίες τους να παίξουν τον ρόλο του στρατηγικού πολιτικού και οικονομικού αντίστοιχα παράγοντα στην περιοχή των Βαλκανίων και της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Η αναβάθμιση της ελληνικής ελίτ επιχειρείται με την οικονομική, πολιτική και στρατιωτική συνδρομή της στις μέχρι τώρα επιχειρήσεις για την επιβολή της Νέας Παγκόσμιας Τάξης, είτε πρόκειται για την πρώην Γιουγκοσλαβία είτε για το Ιράκ και το Αφγανιστάν. Ο νέος τίτλος «τιμής» που προσέδωσε πρόσφατα η αμερικάνικη κυβέρνηση στην Ελλάδα, αναγνωρίζοντάς την ως «στρατηγικό εταίρο», βασίζεται στη βεβαιότητα από μεριάς της υπερδύναμης ότι η ελληνική κυβέρνηση υιοθετεί ως ελληνικά συμφέροντα τα συμφέροντα των ΗΠΑ και ότι είναι δεδομένη η συμμετοχή της Ελλάδας στο νέο μοντέλο συνεργασίας για τις επικείμενες νεοταξικές πολιτικές και στρατιωτικές εκστρατείες, που ονομάζεται «συμμαχία των προθύμων».

Με την επίσκεψη στην Αθήνα της υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Κοντολίζα Ράις, η υπουργός Εξωτερικών, Ντόρα Μπακογιάννη, υποσχέθηκε την διπλωματική και πολιτική συνδρομή της Ελλάδας στο θέμα του Ιράν και θα ψηφίσει υπέρ της επικείμενης επιβολής κυρώσεων. Στο πλαίσιο των στρατιωτικών διευκολύνσεων για την προαποφασισμένη στρατιωτική επίθεση εναντίον του Ιράν, ο νέος υπουργός Εθν. Αμύνης, Μεϊμαράκης, βιάστηκε να διευκρινίσει ότι οι ΗΠΑ μπορούν εν λευκώ και χωρίς άδεια να χρησιμοποιούν την βάση της Σούδας όταν αυτοί κρίνουν ότι την χρειάζονται. Εξ άλλου, όπως δήλωσε ο ίδιος, «η Ελλάδα έχει συμβατικές υποχρεώσεις απέναντι στους συμμάχους της και πρέπει να τις εκπληρώνει», καθιστώντας ανούσιες τις δηλώσεις κύκλων του υπουργείου Εξωτερικών που έλεγαν ότι δεν ζητήθηκε καμία τέτοιου είδους συνδρομή. Παράλληλα, η κυβέρνηση της Ν.Δ. προωθεί εδώ και καιρό κάτω από την αθώα ονομασία «Πρωτοκολλο Συμφωνίας και Συναντίληψης», την παραχώρηση της δυνατότητας στο ΝΑΤΟ να χρησιμοποιεί εν λευκώ και χωρίς άδεια το ελληνικό έδαφος, στρατιωτικές εγκαταστάσεις, πολεμικά και εμπορικά σκάφη, ακόμη και να δεσμεύει περιουσίες όποτε χρειάζεται. Με βάση αυτό το πρωτόκολλο παρέχονται υπερεξουσίες στον νατοϊκό διοικητή, ο οποίος μπορεί και να αποφασίζει έτσι ώστε ένα μεγάλο ποσοστό της οικονομικής επιβάρυνσης να φορτώνεται στην πλάτη του ελληνικού λαού. Σε περίοδο μάλιστα που η κυβέρνηση προσπαθεί να «μειώσει» τις κρατικές δαπάνες, αρνείται να δώσει αυξήσεις σε εργαζόμενους και συνταξιούχους, καταδικάζοντας όλο και περισσότερους στη φτώχεια και την εξαθλίωση, το γενικό λογιστήριο του κράτους έχει καταρτίσει έκθεση όπου το κόστος για την εφαρμογή της συμφωνίας αυτής προϋπολογίζεται ως απροσδιόριστο!!

Τέτοιου είδους συμφωνίες δεν συνιστούν απλά μια σχέση υποτέλειας ή κηδεμονίας αλλά συνιστούν μια κατάσταση κατάκτησης και κατοχής αντίστοιχη � τηρουμένων των αναλογιών � με αυτή που παλιότερες γενιές σε αυτό τον τόπο γνώρισαν το 1941-44 από τις δυνάμεις του ’ξονα.

7 Αυτή την πολιτική θα ακολουθήσει η ελληνική κυβέρνηση, κάνοντας τις απαραίτητες παραχωρήσεις σε μια σειρά ζητήματα, όπως στο Κυπριακό, στο ζήτημα του ονόματος της Σλαβικής Μακεδονίας (FYROM), στο ζήτημα του Κοσσυφοπεδίου (ντε φάκτο αποδοχή της ανεξαρτησίας παρά τις δηλώσεις περί μη αλλαγής συνόρων), στην ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην Ε.Ε. Και η Τούρκοι στρατοκράτορες και πολιτικοί επιδίδονται σε σκληρά παζάρια προκειμένου να προβούν σε διευκολύνσεις προς τις ΗΠΑ και όποτε θεωρούν ότι διακυβεύονται τα συμφέροντά τους γυρίζουν την πλάτη στους υπερατλαντικούς τους συμμάχους � όπως έκαναν με την εισβολή στο Ιράκ το 2003 για την οποία δεν δώσανε την άδεια χρησιμοποίησης της βάσης του Ιντσιρλίκ λόγω της συμμαχίας των ΗΠΑ με τους Κούρδους στο Βόρειο Ιράκ και όπως αποφάσισαν και τώρα με την περίπτωση του Ιράν �, οι ελληνικές πολιτικές ηγεσίες, ως πιο «γενναιόδωρες» από τους γείτονές τους, προσφέρουν ανεπιφύλακτα γη και ύδωρ για την επίτευξη των νεοταξικών στόχων.



Να μετατρέψουμε τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» σε κοινωνική επανάσταση

Εμείς, έχουμε ήδη πει, πως ο πόλεμος κατά της «τρομοκρατίας» αποτελεί την αιχμή στην πορεία επιβολής της Νέας Παγκόσμιας Τάξης με πολιτικοστρατιωτικά μέσα και θέτει ως στόχους τα κράτη που δεν ελέγχονται πλήρως από την υπερεθνική ελίτ, που δεν συμμορφώνονται με τις πολιτικές και οικονομικές απαιτήσεις του παγκοσμιοποιημένου συστήματος και δεν ελέγχονται πλήρως από την υπερεθνική εξουσία (κράτη - «ταραξίες» ή κράτη - «τρομοκράτες»), τα κινήματα αντίστασης της ημιπεριφέριεας και της περιφέρειας και τους λαούς που αρνούνται να αφομοιωθούν, τα κινήματα αντίστασης στο εσωτερικό των ΗΠΑ και της Ε.Ε. που εμπεριέχουν στοιχεία ριζοσπαστικής αντιπαράθεσης με το σύστημα ή που μπορεί να αποτελέσουν χώρους εκκόλαψης ανατρεπτικών πολιτικών. Σε όλο τον πλανήτη η υπερεθνική ελίτ με τον πόλεμο κατά της «τρομοκρατίας», στον οποίο επικεφαλής βρίσκονται οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, δείχνει τη σιδερένια της γροθιά, με απώτερο στόχο την εξόντωση κάθε μορφής αντίστασης στο καθεστώς, τον πλήρη έλεγχο και την υποταγή.

Τα γεωπολιτικά συμφέροντα της υπερεθνικής ελίτ στη Μέση Ανατολή και η σημασία της περιοχής στην ενεργειακή σκακιέρα, η τεράστια σημασία που έχει για την οικονομική παγκοσμιοποίηση η επανεκκίνηση της πολεμικής βιομηχανίας που σήμανε με τον «αντιτρομοκρατικό» πόλεμο, τα ευρύτερα οικονομικά συμφέροντα που σχετίζονται με τους σύγχρονους πολέμους, η προώθηση διά πυρός και σιδήρου των «αξιών» της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και η δημιουργία καθεστώτων ελεγχόμενων από την υπερεθνική πολιτική ελίτ, είναι τα πραγματικά συμφέροντα που εξυπηρετούνται με τις επιθέσεις στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, με τον μακροχρόνιο πόλεμο του Ισραήλ εναντίον των Παλαιστινίων, με τις επικείμενες επιθέσεις εναντίον του Ιράν και της Συρίας. Το τέλος της αποικιακής περιόδου στη Μέση Ανατολή όχι μόνο δεν σήμανε το τέλος των δεινών για τους ανθρώπους που ζουν στην περιοχή, αλλά ακολούθησε ένας νέος κύκλος πολέμου και αίματος, αγριότερος από κάθε προηγούμενο. Σε αυτή την πολιτική, την μακροχρόνια προσπάθεια της «Δύσης» να υποτάξει και να ελέγξει την περιοχή καθώς και στα εγκλήματα της οικονομικής παγκοσμιοποίησης που καταδικάζει στην φτώχεια και τον αφανισμό εκατομμύρια ανθρώπους στην ημιπεριφέρεια και την περιφέρεια του συστήματος, οφείλεται η αντίδραση των Αράβων και των άλλων μουσουλμανικών πληθυσμών στις μέρες μας.

Οι επιθέσεις από ένοπλους πυρήνες ισλαμιστών στη Μαδρίτη και το Λονδίνο αποτελούσαν δύο πολιτικές ενέργειες που απαντούσαν στην αποστολή στρατευμάτων στο Ιράκ. Παράλληλα, ήταν μια απάντηση στην ανοχή των Ευρωπαίων πολιτών στον πόλεμο κατά του Ιράκ και είχαν ως στόχο να μεταφέρουν τον πόλεμο στο εσωτερικό της Ευρώπης. Η απουσία ενός δυναμικού κινήματος, ικανού να απαντήσει αποτελεσματικά στις πολεμικές επιλογές των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, δημιούργησε μια εικόνα συνενοχής των Ευρωπαίων στα εγκλήματα της Νέας Τάξης. Οι επιθέσεις στη Μαδρίτη και το Λονδίνο ήταν μια πολιτική απάντηση τόσο στις επιλογές των κυβερνήσεων της Ισπανίας και της Βρετανίας να συμμετέχουν με στρατεύματα στον πόλεμο κατά του Ιράκ, όσο και μια απάντηση στους λαούς των δύο χωρών που ανέχονται να βρίσκονται υπό την διακυβέρνηση εγκληματιών.

Η επίθεση στη Μαδρίτη κατάφερε ένα πολιτικό αποτέλεσμα που όμως, όπως θα φανεί στο μέλλον, είναι βραχυπρόθεσμο, καθώς επέφερε μια προσωρινή διάρρηξη στο πολεμικό μέτωπο των Αμερικανών και των συμμάχων τους. Το κόμμα του Θαπατέρο «επένδυσε» πολιτικά στην επίθεση για να ανέβει στην εξουσία με την υπόσχεση της απόσυρσης των ισπανικών στρατευμάτων από το Ιράκ. Η ψήφος διαμαρτυρίας των Ισπανών με την οποία «μαύρισαν» την προηγούμενη κυβέρνηση, βασίστηκε σε αυτή την υπόσχεση, αλλά και στην κατακραυγή στο ψέμα της κυβέρνησης Αθνάρ ότι την επίθεση την έκανε η βασκική ΕΤΑ. Επειδή όμως, και η ισπανική κινητοποίηση δεν εμπεριείχε και ούτε εκδήλωσε καμία ανατρεπτική διάθεση, αλλά κυρίαρχο χαρακτηριστικό της ήταν η εκδήλωση της αντίθεσης στην «τρομοκρατία» απ� όπου κι αν προέρχεται, δεν θα μπορούσε παρά τελικά να προτάσσει μια πιο μετριοπαθή εξωτερική πολιτική, και όχι την ανατροπή αυτής της πολιτικής στο σύνολό της.

Αντίθετα, η κυβέρνηση των Εργατικών στην Αγγλία, μην έχοντας να αντιμετωπίσει κάποια σοβαρή εκδήλωση κοινωνικής πίεσης για την επιστροφή των αγγλικών στρατευμάτων από το Ιράκ, όχι μόνο δεν μετρίασε την επιθετικότητά της, αλλά, αντιθέτως, βλέπουμε σήμερα τον σοσιαλφιλελεύθερο πρωθυπουργό της Αγγλίας, Τ. Μπλερ, να υιοθετεί απροκάλυπτα πλέον τη θεωρία της «πολιτισμικής σύγκρουσης», εξαγγέλλοντας απειλές εναντίον των μουσουλμάνων ενώ παράλληλα οξύνει την «αντιτρομοκρατική» πολιτική στο εσωτερικό της χώρας με την εφαρμογή σκληρότερων νόμων. Η αδράνεια και η παθητικοποίηση σε μια κοινωνία καθορίζει το πόσο σκληρή είναι η κυβερνητική πολιτική, και η απουσία επαναστατικής συνείδησης και δράσης ανοίγει το δρόμο για τα αντίποινα των ισλαμιστών όπως αυτά που έγιναν στη Μαδρίτη και το Λονδίνο. Και τέτοιες επιθέσεις οδηγούν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού να συσπειρώνονται μαζί με τις κυβερνήσεις τους υπό την απειλή ενός «κοινού εχθρού», αναζητώντας περισσότερη «ασφάλεια», νομιμοποιώντας, ή ακόμα και επιζητώντας, περισσότερο σκληρά μέτρα καταστολής και αστυνόμευσης.

Το ζητούμενο για τους λαούς της «Δύσης» που όλο και περισσότερο πλήττονται και οι ίδιοι από τη Νέα Παγκόσμια οικονομική και πολιτική τάξη είναι αν θα προσδιορίσουν τον εχθρό τους στους λαούς της Μέσης Ανατολής ή τον αραβικό κόσμο, ή θα τον προσδιορίσουν σε αυτούς που διαμορφώνουν και ασκούν τη νεοαποικιοκρατική πολιτική, στις κυβερνήσεις τους, τις πολυεθνικές, τους στρατούς, τις υπηρεσίες ασφαλείας.

Μπροστά στην προοπτική διαμόρφωσης του σύγχρονου ολοκληρωτισμού του οποίου τα χαρακτηριστικά βιώνουμε ήδη μέσα από τον συγκεντρωτισμό της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας και μέσα από το ασφυκτικό περιβάλλον «ασφαλείας» που δομείται για την αντιμετώπιση της «τρομοκρατίας», σκορπίζουν τα ψευτοδιλήμματα για τις ειρηνικές και εντός του πλαισίου της νομιμότητας, δράσεις για έναν καλύτερο κόσμο. Η αρχική μαχητικότητα που είχαν οι κινητοποιήσεις των Ευρωπαίων στην στρατιωτική εισβολή στο Ιράκ «ξεθύμανε» γρήγορα και δεν μετεξελίχθηκε σε μια επαναστατική πρόταση με διάρκεια και συνέπεια. Η κυριάρχηση του ρεφορμισμού, της σύγχυσης, της παθητικότητας ήταν ό,τι ακολούθησε. Τα τελευταία χρόνια πολύ μελάνι έχει χυθεί, πολύς λόγος έχει γίνει και πολλά χιλιόμετρα ειρηνικών πορειών έχουν διανυθεί με πρόταγμα την ειρήνη και το σταμάτημα των πολέμων από τις «δυτικές» κυβερνήσεις, χωρίς να έχει ανακοπεί η ορμητικότητα της νεοταξικής επέλασης. Αντιθέτως, νέα μέτωπα πρόκειται να ανοίξουν και περισσότεροι άνθρωποι θα πληρώσουν με τη ζωή τους το τίμημα της οικονομικής και πολιτικής παγκοσμιοποίησης. Η καθεστωτική αριστερά έχοντας αναγνωρίσει ως μη αναστρέψιμη την πορεία της οικονομικής και πολιτικής παγκοσμιοποίησης και έχοντας διαχωριστεί από την προοπτική της επανάστασης, επιδιώκει, εντός και εκτός των κοινοβουλίων, να «συγκρατήσει» τις όποιες διαθέσεις αντίστασης σε πλαίσια ανεκτά για το σύστημα και προτάσσοντας τη συσπείρωση όλων στο διαταξικό μόρφωμα της «κοινωνίας των πολιτών» � μέσω του οποίου εικάζεται πως οι λαοί θα μπορέσουν με ειρηνικό τρόπο και μέσα να πιέσουν το καθεστώς και να το κατευθύνουν σε πιο «δημοκρατικές» και περισσότερο... αλτρουιστικές επιλογές, ενώ την ίδια στιγμή οι γειτονικοί μας λαοί στη Μέση Ανατολή πληρώνουν με αίμα τις νεοϊμπεριαλιστικές πολιτικές της υπερεθνικής ελίτ που αυτοαποκαλείται «διεθνής κοινότητα».

Αν δεν μπορέσουμε να εμποδίσουμε την εγκαθίδρυση της Νέας Παγκόσμιας Τάξης, αν δεν καταφέρουμε να ακυρώσουμε στην πράξη τις «αντιτρομοκρατικές» πολιτικές των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, αργά ή γρήγορα θα έρθουμε όλοι αντιμέτωποι με τους λαούς και τα κινήματα που πλήττονται βάναυσα από την πολιτική εκστρατεία των ηγετών της «Δύσης» εναντίον του «ριζοσπαστικού Ισλάμ», που πληρώνουν με εκατόμβες νεκρών το τίμημα της Νέας Παγκόσμιας οικονομικής και πολιτικής Τάξης. Η επανάληψη γεγονότων σαν αυτά της Μαδρίτης και του Λονδίνου θα είναι θέμα χρόνου.

Η «πολυπόθητη» συναδέλφωση των λαών, σήμερα δεν επιτυγχάνεται με διακηρύξεις και ευχολόγια, αλλά θα περάσει πάνω από την υπερεθνική ελίτ και τους όπου γης υποτακτικούς της. Η ανάπτυξη ενός επαναστατικού μετώπου και ενός ένοπλου αντάρτικου στο εσωτερικό της Ευρώπης και των ΗΠΑ, το οποίο θα στρέφεται ενάντια στις καθεστωτικές πολιτικές, στρατιωτικές και οικονομικές δυνάμεις, που είτε άμεσα είτε έμμεσα συμμετέχουν στις νεοϊμπεριαλιστικές πολεμικές επιδρομές και πριμοδοτούν την «αντιτρομοκρατική» πολιτική, είναι η μόνη ικανή συνθήκη να εκφράσει με αποτελεσματικό τρόπο τη σημασία της διεθνούς αλληλεγγύης.

Σήμερα είναι περισσότερο σημαντικό από κάθε άλλη εποχή να προωθήσουμε τη δημιουργία ενός τέτοιου μετώπου στις περιοχές του λεγόμενου καπιταλιστικού κέντρου, εκεί όπου σχεδιάζονται και απ� όπου ξεκινούν οι στρατιωτικές επιδρομές, εκεί όπου παίρνονται οι αποφάσεις και καταστρώνονται τα σχέδια για την οικονομική και πολιτική επέκταση του καθεστώτος.

Ένα μαζικό αντικαπιταλιστικό επαναστατικό κίνημα στο εσωτερικό των χωρών της Ευρώπης και των ΗΠΑ που θα συμπεριλαμβάνει τον ένοπλο αγώνα στην πρακτική του, μπορεί να αποδυναμώσει πολιτικά τις εγκληματικές ηγεσίες που μας κυβερνούν, να αναπτύξει τους κοινωνικούς και πολιτικούς όρους που θα οδηγήσουν σε αδιέξοδο τις νεοϊμπεριαλιστικές πολιτικές των κυβερνήσεων και θα δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα στην επέκταση της Νέας Παγκόσμιας Τάξης. Ένα κίνημα που θα απονομιμοποιεί τις εγκληματικές συμμορίες των κρατών και των οικονομικά ισχυρών, που θα καθορίσει την πολιτική αφύπνιση των κοινωνιών, που θα συμβάλει στον όσο ποτέ άλλοτε αναγκαία δυναμική κοινωνική αντίδραση εναντίον των σύγχρονων πολέμων. Με την ίδια του την δράση θα αχρηστεύει το αστυνομικό καθεστώς εκτάκτου ανάγκης που επιβάλλεται από τις κυβερνήσεις σε Ευρώπη και ΗΠΑ μέσω των «αντιτρομοκρατικών» πολιτικών, οι οποίες στοχεύουν να διασφαλίσουν την κοινωνική και ταξική ειρήνη, την υποταγή και την παθητικοποίηση, τη δημιουργία κοινωνιών - δούλων.

Με τις ένοπλες πρακτικές του θα καταδείξει με ηχηρό τρόπο τους υπεύθυνους των νεοταξικών συγκρούσεων, θα επιδιώξει τον έμπρακτο και δυναμικό διαχωρισμό των λαών από τις εγκληματικές πολιτικές αυτών που τους εξουσιάζουν και θα δώσει να καταλάβουν, αυτοί που εκ του ασφαλούς και από την χλιδή των πολιτικών και υπουργικών τους γραφείων μεθοδεύουν ψυχρά τα επόμενα βήματα των σύγχρονων συγκρούσεων, τι σημαίνει να έχουν απώλειες.

Η ανάπτυξη ενός επαναστατικού κινήματος και αντάρτικου στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ και η σύνδεσή του με τα απελευθερωτικά κινήματα, αντικαπιταλιστικά και αντιιμπεριαλιστικά στον υπόλοιπο κόσμο είναι προϋπόθεση για την παγκόσμια ανατροπή του καπιταλισμού.

ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ

No comments: