Πειρατής μπαίνει μέσα σε ένα μπαρ και κάθεται να πιει ένα ρούμι.
-Τι σου συνέβη; τον ρωτά η σέξυ μπαργούμαν. Δείχνεις διαφορετικός.
-Τι εννοείς; λέει εκείνος. Απλά έχεις καιρό να με δεις.
-Ε, ναι αλλά...
-Είμαι καλά. Είμαι μια χαρά, ξαναλέει ο πειρατής.
-Παλιά δεν είχες όμως ξύλινο πόδι, παρατηρεί εκείνη γεμίζοντάς του το ποτήρι.
-Ααα, δεν είναι τίποτα. Σε μια ναυμαχία, μου το πήρε μια οβίδα από κανόνι και έβαλα ξύλινο. Είμαι πολύ καλά όμως.
-Και ο γάντζος στο χέρι;
-Ψιλοπράγματα, λέει ο πειρατής χτυπώντας το άλλο χέρι του στον πάγκο. Βάλε μου να πιω. Σε ένα ρεσάλτο, μου το έκοψε ένας Σαρακηνός με το χατζάρι. Αλλά είμαι μια χαρά κι έτσι, αλήθεια.-Και το μάτι σου τι έχει; Γιατί το έχεις καλυμμένο με μαύρο πανί;
-Ωχουυυυ. Δεν είναι τίποτα μωρέ. Μια μέρα με μπουνάτσα που ήμουν στην κουβέρτα, σήκωσα το βλέμμα προς τον ουρανό και με κουτσούλησε ένας γλάρος.
-Αστειεύεσαι; λέει η μπαργούμαν που έχει αρχίσει να εκνευρίζεται. Δεν χάνεις το μάτι σου από κουτσουλιά γλάρου!
Κι ο πειρατής:
-Ε, ναι... αλλά ήταν η πρώτη μου μέρα με το γάντζο.
.
May 21, 2008
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
1 comment:
η μπουνατσα ειναι πολυ αστεια λεξη
Post a Comment